Όταν κλείνετε τα μάτια σας μέσα ένα απόλυτα σκοτεινό δωμάτιο, η απόχρωση που βλέπετε δεν είναι στην πραγματικότητα μαύρη, αλλά μια βαθιά απόχρωση του γκρι, που είναι γνωστή ως «eigengrau».
Αν και ο όρος δεν χρησιμοποιείται γενικά σε επιστημονικές εργασίες, ρίχνει λίγο… φως στο πώς αντιλαμβάνονται τα μάτια μας τον κόσμο γύρω μας.
Το eigengrau μεταφράζεται από τα γερμανικά ως «εγγενές γκρι«. Η λέξη εμφανίστηκε για πρώτη φορά τον 19ο αιώνα και συχνά αποδίδεται στον φιλόσοφο και φυσικό Gustav Fechner (1801-1887), ο οποίος πέρασε τη ζωή του μελετώντας τα μυστικά της ανθρώπινης αίσθησης και αντίληψης.
Η θεωρία του για το eigengrau λέγεται ότι προέκυψε από το πείραμά του “Η Μέθοδος των Ορίων” , με το οποίο έψαξε να βρει το πότε οι άνθρωποι αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ερεθίσματα που σταδιακά γίνονταν πιο έντονα και το αντίστροφο.
Από αυτά τα πειράματα, παρατήρησε ότι οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να αντιλαμβάνονται αποχρώσεις του γκρι ακόμα και όταν βρίσκονταν σε περιβάλλον απόλυτου σκότους. Και κάπως έτσι, γεννήθηκε η γερμανική λέξη eigengrau.
Στις επιστημονικές έρευνες είναι απίθανο να δείτε τη λέξη eigengrau να εμφανίζεται, καθώς οι επιστήμονες προτιμούν να επιλέγουν πιο αρμοστή ορολογία όπως «οπτικός θόρυβος», «σκοτεινός θόρυβος» κ.α. Ανεξάρτητα από τις λέξεις που το περιγράφουν, όλα σχετίζονται με το πώς τα μάτια μας ανταποκρίνονται στο φως και προσαρμόζονται στο σκοτάδι.
Πώς λειτουργεί η ανθρώπινη όραση
Βλέπουμε χάρη σε δύο κύτταρα φωτοϋποδοχείς γνωστά ως ράβδοι και κώνοι, που βρίσκονται στον αμφιβληστροειδή του ματιού:
- Οι κώνοι είναι σε θέση να ανταποκρίνονται σε διαφορετικά μήκη κύματος φωτός, παρέχοντας έγχρωμη όραση
- Οι ράβδοι δεν μπορούν να διακρίνουν τα χρώματα, αλλά είναι πολύ πιο ευαίσθητα στο φως κύτταρα
Όταν μπαίνουμε από ένα πολύ φωτεινό σε ένα πολύ σκοτεινό χώρο, τα μάτια θα στραφούν προς το να βασίζονται περισσότερο στους ράβδους παρά στους κώνους για πάρουν πληροφορίες (οπτικά ερεθίσματα) για το περιβάλλον (που μετά αναλύονται από τον εγκέφαλο).
Οι ράβδοι μας βοηθούν να αντιληφθούμε το φως χάρη σε μια πρωτεΐνη που ονομάζεται ροδοψίνη (rhodopsin) και η οποία ανταποκρίνεται στα φωτόνια, αν και μπορεί να ενεργοποιηθεί και με άλλα μέσα, ίσως ακόμη και αυθόρμητα.
Όπως το έθεσε μια μελέτη: “Οι ράβδοι φωτοϋποδοχείς του αμφιβληστροειδούς παράγουν, στο σκοτάδι, αυθόρμητα διακριτά κύματα ρεύματος σχεδόν πανομοιότυπα με τις αποκρίσεις σε μεμονωμένα φωτόνια”.
Με άλλα λόγια, ακόμη και όταν κλείνουμε τα μάτια μας και σε αυτά φτάνουν ελάχιστα οπτικά ερεθίσματα, οι φωτοϋποδοχείς στις ράβδους μας δεν κλείνουν εντελώς. Η ροδοψίνη των ράβδων παραμένει λειτουργική και μπορεί να συνεχίσει να ενεργοποιείται, στέλνοντας σήματα στον εγκέφαλο που γίνονται αντιληπτά ως μια πολύ ελαφριά παρουσία φωτός.
Ως εκ τούτου, στο απόλυτο σκοτάδι ο εγκέφαλός μας αποδίδει μια ελαφρώς πιο ανοιχτή απόχρωση που μετατρέπει το απόλυτο μαύρο σε ένα πολύ σκούρο γκρι, δηλαδή την απόχρωση eigengrau.
Πηγη: https://www.iatropedia.gr/t