Κάθε φορά που συζητείται κάποια μορφή νομοθετικού ή οργανωτικού εκσυγχρονισμού, με σκοπό τη λειτουργική αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα των κρατικών μονάδων υγείας (μετατροπή από ΝΠΔΔ σε ΝΠΙΔ, ανάθεση του management σε πραγματικούς επαγγελματίες, ποικιλομορφία εργασιακών σχέσεων ανάλογα με τις ανάγκες, διαφοροποίηση αμοιβών ανάλογα με τις συνθήκες προσφοράς, συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα κ.λπ.), υψώνεται μια πανομοιότυπη κατακραυγή, με το φόβητρο της «ιδιωτικοποίησης της υγείας» και άλλων συναφών συνθημάτων.
Ιδιωτικοποίηση, όμως, ονομάζεται η πώληση (εκποίηση) ενός μη κερδοσκοπικού κρατικού νοσοκομείου, σε κάποιους ιδιώτες επενδυτές που αποβλέπουν στην άσκηση κερδοσκοπικής δραστηριότητας.
Μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τέτοια πρόθεση δεν έχει διατυπωθεί ποτέ και από κανένα. Άλλωστε, ο ιδιωτικός βραχίονας της υγείας αναπτύσσεται στην Ελλάδα καλπάζοντας, σε δικές του σύγχρονες δομές, εκμεταλλευόμενος απλώς την αβελτηρία του κρατικού τομέα.
Η παραπάνω σκόπιμη και αβάσιμη ρητορεία εκπορεύεται από μορφώματα του δημοσιοϋπαλληλικού συνδικαλισμού και ορισμένες συντεχνίες του υγειονομικού τομέα, και εκφράζεται πολιτικά από τη λαϊκιστική πτέρυγα, που τέμνει οριζόντια το σύνολο του κομματικού εποικοδομήματος.
Στην πραγματικότητα, ο θόρυβος αφορά στην ιδιωτικοποίηση των εργασιακών σχέσεων (αντί του μόνιμου δημοσιοϋπαλληλισμού) και όχι των κρατικών νοσοκομείων. Πρόκειται για τους φορείς των αντιλήψεων, που οδήγησαν το ΕΣΥ στη σημερινή κατάσταση, όπως αναλύεται παρακάτω.
Ας δούμε, κατ΄ αρχάς, την τελευταία απόπειρα οπισθοδρομικής παραπλάνησης της κοινής γνώμης, που σημειώθηκε πρόσφατα, με αφορμή τη νομοθετική ίδρυση του Ογκολογικού Κέντρου Παίδων, απλά και μόνο επειδή ιδρύθηκε ως νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ), και όχι ως ΝΠΔΔ.
Μια Υποτιθέμενη «Ιδιωτικοποίηση»
Σύμφωνα με το Ν. 5034/2023 (ΦΕΚ Α΄ 69/18-3-2023) ιδρύθηκε το ΝΠΙΔ «Ογκολογικό Κέντρο Παίδων Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη-Ελπίδα», το οποίο διέπεται από το ακόλουθο νομικό καθεστώς:
1. Υπάγεται ρητά στον δημόσιο τομέα, περιλαμβάνεται στο Μητρώο Φορέων της Γενικής Κυβέρνησης και εποπτεύεται από το Υπουργείο Υγείας.
2. Είναι ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και παρέχει δωρεάν τις υπηρεσίες του στο σύνολο των πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των ανασφάλιστων και οικονομικά αδύναμων πολιτών.
3. Οι προσλήψεις του πάσης φύσεως προσωπικού πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του ετήσιου προγραμματισμού της κυβέρνησης, μετά από προκήρυξη των θέσεων και σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις.
4. Το προσωπικό των (ενοποιούμενων στο Κέντρο) τμημάτων Παιδιατρικής Αιματολογίας και Ογκολογίας και της Μονάδας Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών των νοσοκομείων Παίδων «Αγία Σοφία» και «Π. & Α. Κυριακού» μεταφέρεται στο ΝΠΙΔ μόνο οικειοθελώς και ύστερα από αίτησή του, αλλά διατηρεί και δεσμεύει την οργανική του θέση στα παραπάνω νοσοκομεία.
5. Όλες ανεξαιρέτως οι αποδοχές και αποζημιώσεις του πάσης φύσεως προσωπικού του Κέντρου καλύπτονται από ισόποση κρατική επιχορήγηση. Το Υπουργείο Υγείας μπορεί να καλύπτει, με έκτακτη επιχορήγηση, ακόμη και δαπάνες από αποδείξεις παροχής υπηρεσιών.
6. Όλα τα ίδια έσοδα του Κέντρου (ημερήσια νοσήλια και εισπράξεις από ιατρικές πράξεις, δωρεές, κληροδοσίες, επιχορηγήσεις τρίτων, συνέδρια, ερευνητικά πρωτόκολλα, ενταγμένα καταστήματα εξυπηρέτησης πολιτών και προσωπικού) διατίθενται για την ανανέωση και εκσυγχρονισμό του ιατρικού και λοιπού εξοπλισμού, την έρευνα και ανάπτυξη καινοτόμων μεθόδων και την εφαρμογή πρωτοποριακών θεραπειών. Αν υπάρξει πλεόνασμα, περιέρχεται στο Δημόσιο.
7. Ο τακτικός διαχειριστικός έλεγχος του Κέντρου ασκείται ετησίως από δύο διαπιστευμένους επαγγελματίες που ορίζονται από το Σώμα Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών και η Έκθεση υποβάλλεται στον Υπουργό Υγείας, ο οποίος δύναται οποτεδήποτε να διατάξει και έκτακτο έλεγχο της οικονομικής διαχείρισης.
8. Το επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο του Κέντρου ελέγχεται πλειοψηφικά από τον Υπουργό Υγείας, που ορίζει 4 μέλη περιλαμβανομένου του Αντιπροέδρου. Το κοινωφελές «Ίδρυμα Μαριάννα Β. Βαρδινογιάννη» ορίζει 3 μέλη περιλαμβανομένου του Προέδρου.
Όμως, ο Υπουργός Υγείας μπορεί οποτεδήποτε να παύσει οποιοδήποτε από τα 7 μέλη, εφόσον κρίνεται ακατάλληλο. Επισημαίνεται ότι στο Δ.Σ. δεν μπορούν να συμμετέχουν μετακλητοί κρατικοί υπάλληλοι (δηλαδή, πολιτικοί), ούτε ιδιώτες συγγενείς μεταξύ τους μέχρι τρίτου βαθμού, ούτε προμηθευτές ή εργολάβοι ή εργαζόμενοι που συνδέονται με το Κέντρο.
9. Τέλος, όλες οι αποφασιστικές αρμοδιότητες που συνδέονται με τη λειτουργία του Κέντρου ασκούνται από το Δ.Σ., ενώ ο Πρόεδρος έχει εισηγητικό ρόλο και καθήκοντα τρέχουσας διοίκησης.
Καθίσταται, λοιπόν, απολύτως σαφές ότι, στην περίπτωση του νέου Ογκολογικού Κέντρου Παίδων δεν υπάρχει ίχνος «ιδιωτικοποίησης», παρά τα φληναφήματα κομματικών, συντεχνιακών και συνδικαλιστικών φορέων.
Αυτό που πράγματι υπάρχει, είναι η ικανοποίηση της εύλογης απαίτησης ενός ακόμη δωρητή προς το ελληνικό δημόσιο, να μην αποκοπεί τελείως από το νοσοκομείο που χρηματοδότησε με την περιουσία του και να έχει λόγο στην ποιότητα των υπηρεσιών που προσφέρει.
Ακριβώς όπως έγινε με το Ωνάσειο Καρδιολογικό Κέντρο και το Νοσοκομείο Παπαγεωργίου της Θεσσαλονίκης, τα οποία –σημειωτέον- είναι τα καλύτερα της Ελλάδας, ακριβώς επειδή (ως ένα σημείο) δεν λειτουργούν ως ΝΠΔΔ.
Ωστόσο, κατά τη γνώμη μου, τα νοσοκομεία-ΝΠΙΔ που καλώς ιδρύονται περιστασιακά, στο πλαίσιο όμως του ισχύοντος, απαρχαιωμένου γενικότερου περιβάλλοντος, κατά κάποιο τρόπο συμβάλλουν αθέλητα στην οιονεί φαλκίδευση της πραγματικής φυσιογνωμίας που πρέπει ν΄ αποκτήσουν όλα τα κρατικά νοσοκομεία, μεταβαλλόμενα σε γνήσια ΝΠΙΔ, ώστε να λειτουργούν ως κοινωφελείς «επιχειρήσεις» με ασθενοκεντρικό προσανατολισμό.
Διότι ο σκοπός της προτεινόμενης μεταβολής είναι η ανόρθωση του κρατικού ΕΣΥ, με την απαλλαγή του από τα δεινά που συσσωρεύτηκαν στους κόλπους του, στα 40 χρόνια λειτουργίας του.
Το Προπατορικό Αμάρτημα του ΕΣΥ
Από τον εμβληματικό Ν. 1397/1983 περί ίδρυσης του ΕΣΥ δεν εφαρμόστηκαν ποτέ ορισμένες πολύ σημαντικές διατάξεις, υλοποιήθηκε όμως η ατυχής πρόβλεψη υποχρεωτικής μετατροπής όλων των νοσοκομείων κρατικής ή κοινωνικής ιδιοκτησίας σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ).
Με το συγκεκριμένο νομικό καθεστώς αγνοήθηκε η πραγματική φύση των νοσοκομείων ως παραγωγικών «επιχειρήσεων», με εισροές ανθρώπινων και υλικών πόρων και εκροές κοστολογούμενων υπηρεσιών (διαγνώσεων και θεραπειών).
Τα κρατικά νοσοκομεία οργανώθηκαν και λειτουργούν έκτοτε, περίπου ως τυπικές δημόσιες υπηρεσίες σύνταξης διαταγμάτων, αποφάσεων, εγκυκλίων και αδειών λειτουργίας, χωρίς έλεγχο κόστους-αποτελέσματος, ούτε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποιότητα των υπηρεσιών τους.
Το προσωπικό όλων των κλάδων και ειδικοτήτων απέκτησε υποχρεωτικά δημοσιοϋπαλληλική μονιμότητα, με ενιαία ισοπεδωτικά μισθολόγια (ανεξαρτήτως πραγματικών ατομικών ικανοτήτων, αποδοτικότητας, ποιότητας και συνθηκών εργασίας), και φυσικά με τη γενικευμένη (πλην λαμπρών εξαιρέσεων) νοοτροπία της ήσσονος προσπάθειας.
Η διαχρονική κυριαρχία της τελευταίας δεν αναιρείται από σύντομες περιόδους ενσυναίσθησης και παραδειγματικής ενεργοποίησης στη διάρκεια μειζόνων κρίσεων (CoViD-19, δυστύχημα Τεμπών).
Παρέλκει η επανάληψη γνωστών λεπτομερειών για την άνθηση της αναξιοκρατίας, τη διαφθορά και τη σπατάλη δημόσιων πόρων, τα φακελάκια, τα ράντζα, τις μακροχρόνιες λίστες αναμονής και γενικότερα τη μεταβολή του ΕΣΥ σε σύστημα προώθησης κυρίως των συμφερόντων των στελεχών του, παρά των ασθενών.
Επιπλέον, είναι πασίγνωστη η αδιάκοπη κομματική διάβρωση των νοσοκομειακών διευθυντικών μηχανισμών, με συνακόλουθη και την συνδικαλιστική συνδιοίκηση. Μέσα στο «βαθύ κράτος» της Μεταδικτατορικής σαρακονταετίας βούλιαξε αύτανδρο το κρατικό ΕΣΥ, χάνοντας την αρχική αίγλη του και, μάλιστα, συμβάλλοντας αποφασιστικά στη χρεωκοπία της χώρας, την ώρα που μεγαλουργούσε ο ιδιωτικός βραχίονας του υγειονομικού συστήματος.
Χαμένα Χρόνια, Ψευδή Συνθήματα και Πραγματικότητα
Ήδη από το 1990, οι πλέον αντικειμενικοί και διορατικοί εμπειρογνώμονες επεσήμαναν τις υφιστάμενες στρεβλώσεις και τα χειρότερα μελλούμενα. Εισηγήθηκαν την ανάγκη απαλλαγής των δημόσιων νοσοκομείων από τη μέγγενη ενός άρρωστου νομικού καθεστώτος, τη μετατροπή τους σε κρατικής ιδιοκτησίας Α.Ε. ή ΝΠΙΔ και τη λειτουργία τους με τα λεγόμενα «ιδιωτικοοικονομικά» κριτήρια, που δεν είναι άλλα από αυτά του επιχειρησιακού (και όχι του δημοσιοϋπαλληλικού) ορθολογισμού.
Κάποιες στιγμές, το 1994 και το 2000-2001, η πολιτική εξουσία έδειξε να υιοθετεί την ανάγκη οργανωτικής εξυγίανσης, όμως, τελικά ο φόβος του πολιτικού κόστους απέτρεψε κάθε πρωτοβουλία για δεκαετίες.
Μόλις το 2019, με τις προγραμματικές δηλώσεις της παρούσας κυβέρνησης, τέθηκε εκ νέου το θέμα (που πήρε αναβολή λόγω της πανδημίας και των επερχόμενων εκλογών), αλλά και πάλι δεν είναι βέβαιο αν έχει κατανοηθεί το εύρος της αναγκαίας μεταρρύθμισης.
Κατ΄ αρχάς, στο ιδεολογικό επίπεδο, πρέπει επιτέλους να καταδειχθεί ότι, το σύνθημα «δωρεάν υγεία για όλους» είναι παντελώς ψευδές. Πράγματι, η υγεία είναι «κοινωνικό αγαθό», ταυτόχρονα όμως είναι «πανάκριβο προϊόν».
Το κόστος της παραγωγής και διανομής των υπηρεσιών υγείας καταβάλλεται αποκλειστικά από τους πολίτες, τόσο στις κρατικές όσο και στις ιδιωτικές δομές του συστήματος. Όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών (δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου) αποζημιώνονται από την κρατική φορολόγηση, τις υποχρεωτικές ή εθελοντικές ασφαλιστικές εισφορές και τις εμφανείς ή άδηλες ιδιωτικές πληρωμές.
Όλοι οι λήπτες υπηρεσιών είναι «πελάτες» της υγειονομικής «αγοράς», κρατικής και ιδιωτικής, κάποτε μάλιστα πληρώνουν δύο και τρεις φορές για το ίδιο προϊόν.
Στο μεταξύ, το εύρος και το κόστος των υπηρεσιών υγείας αυξάνεται δραματικά και διεθνώς, για ποικίλους λόγους. Όλες οι κυβερνήσεις και οι διεθνείς οργανισμοί αναζητούν τρόπους συγκράτησης των δαπανών υγείας.
Ορισμένοι όμως στην Ελλάδα προπαγανδίζουν την περαιτέρω διεύρυνση των δημόσιων δαπανών, χωρίς να διευκρινίζουν, αν προτείνουν την κάλυψη των πρόσθετων πόρων με αύξηση της φορολόγησης και των εισφορών του σημερινού πληθυσμού ή με διεύρυνση του εξωτερικού δανεισμού εις βάρος των επόμενων γενεών, όπως συνέβαινε στο παρελθόν.
Ένα Πλαίσιο Ορθολογισμού και Ποιότητας
Στην πραγματικότητα, η Υγεία στην Ελλάδα αποτελεί μεγάλο και πολυπαραγοντικό πρόβλημα, από την αριθμητική παραγωγή των επαγγελματιών υγείας μέχρι τη μέτρηση της ποιότητας των παραγόμενων υπηρεσιών.
Η συζήτηση είναι πολύ μεγάλη, όμως αυτό το άρθρο αναφέρεται μόνο στη βέλτιστη αξιοποίηση των πόρων που αναλώνονται στον κρατικό τομέα, προστιθέμενης σε ενιαίο σύνολο και της κρατικής επιχορήγησης για τη μισθοδοσία, διότι μόνο έτσι θα γίνει ορατό το πραγματικό και επιμεριζόμενο κόστος και εφικτός ο καθορισμός δίκαιων τιμών αποζημίωσης των παρόχων.
Οπωσδήποτε, κατά τη γνώμη του γράφοντος, το θεμέλιο μιας αποτελεσματικής μεταρρύθμισης είναι η ανεπιφύλακτη αποδοχή του διαχωρισμού, μεταξύ διατύπωσης της πολιτικής υγείας και της εποπτείας που ανήκουν στο Υπουργείο και της επιστημονικής οργάνωσης και διοίκησης του συστήματος που είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των ειδικευμένων επαγγελματιών. Η άσκηση μικροπολιτικής στα νοσοκομεία πρέπει να τερματισθεί, όπως όλοι διακηρύσσουν, αλλά κανείς δεν εφάρμοσε μέχρι σήμερα.
Ο επανασχεδιασμός του κρατικού Νοσοκομειακού χάρτη μπορεί, μετά βεβαιότητας, να συμπεριλάβει στις υπάρχουσες δομές αρκετές πρόσθετες υπηρεσίες (συμπληρωματικές ή μετανοσοκομειακές), που σήμερα δεν παρέχονται, αυξάνοντας την ποιότητα των παροχών αλλά και τα έσοδα των νοσοκομείων.
Κρίσιμης σημασίας είναι η κατανόηση ότι, οι κρατικές δομές υγείας δεν μπορεί να παραμείνουν γραφειοκρατικές υπηρεσίες, που ενεργούν αδιαφορώντας για τα συμβαίνοντα στην υγειονομική αγορά.
Ως μάχιμες και αποκεντρωμένες κοινωφελείς «επιχειρήσεις» παραγωγής και διάθεσης υπηρεσιών υγείας που πρέπει να συνεχίσουν να λειτουργούν, είναι υποχρεωμένες να προσαρμοσθούν και να δραστηριοποιούνται με βάση τις συνθήκες της αγοράς, διαφορετικά οι περαιτέρω δυσμενείς συνέπειες θα είναι μοιραίες.
Εδώ ακριβώς βρίσκεται η διαφορά, μεταξύ ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ.
Τι Σημαίνει Κρατικό Νοσοκομείο «Ιδιωτικού» Δικαίου
Το συγκριτικό πλεονέκτημα των ιδιωτικών νοσοκομείων, έναντι των κρατικών, είναι ότι τα πρώτα δεν υφίστανται δημοσιοϋπαλληλικές λογικές, δεσμεύσεις και καταναγκασμούς, αλλά χρησιμοποιούν «ιδιωτικοοικονομικά» κριτήρια ποιοτικής και αποδοτικής λειτουργίας, και προσελκύουν συνεχώς περισσότερους ικανοποιημένους ασθενείς-πελάτες, αποκομίζοντας σημαντικό κέρδος.
Τα κρατικά, μη κερδοσκοπικά νοσοκομεία μπορούν να επιτύχουν το ίδιο οιονεί «κέρδος» -για να το επενδύουν στη βελτίωση των υπηρεσιών τους- αν αφεθούν να λειτουργήσουν με ανάλογο επαγγελματισμό, παραμένοντας κρατικής ιδιοκτησίας. Ως αναγκαίες, βασικές καινοτομίες προτείνονται ενδεικτικά οι ακόλουθες:
1. Τα κρατικά νοσοκομεία αφήνονται να λειτουργήσουν με αυτονομία, διοικούμενα από εκπαιδευμένους και έμπειρους επαγγελματίες managers υπηρεσιών υγείας. Αξιολογούνται βάσει συγκεκριμένων δεικτών αποδοτικότητας, αποτελεσματικότητας και ποιότητας υπηρεσιών και η βαθμολογία τους είναι προσβάσιμη στο κοινό.
Οι αποδοχές των διοικητών είναι, κατά περίπτωση, ανάλογες των αντικειμενικών συνθηκών και των στόχων που αναλαμβάνουν να υλοποιήσουν, και τροποποιούνται με βάση τα αποτελέσματα της δράσης τους.
2. Οι μελλοντικές προσλήψεις προσωπικού καθορίζονται ελεύθερα και πραγματοποιούνται από τα ίδια τα νοσοκομεία, ανάλογα με τις ανάγκες τους, χωρίς προκαθορισμένες αριθμητικές δεσμεύσεις, με ελεύθερο προσδιορισμό των επιθυμητών ειδικών προσόντων και με διαπραγμάτευση των συμβάσεων ως προς τη διάρκεια και το είδος του παρεχόμενου έργου.
3. Για τις μελλοντικές προσλήψεις, οι κάθε είδους αποδοχές και αποζημιώσεις είναι διαπραγματεύσιμες, και διαμορφώνονται ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς. Οι διοικήσεις μπορούν να παρέχουν κάθε είδους κίνητρα ή πριμ επιβράβευσης.
4. Για τον εφοδιασμό των νοσοκομείων με πάσης φύσεως υλικά που δεν εξασφαλίζονται από κεντρικές προμήθειες, και για την παροχή μη ιατρικών υπηρεσιών, οι διοικήσεις ενεργούν ελεύθερα, κατά τον συμφερότερο τρόπο.
5. Τα νοσοκομεία έχουν ελευθερία συνεργασίας με άλλους κρατικούς ή ιδιωτικούς φορείς, εξασφαλίζοντας το βέλτιστο λειτουργικό κόστος. Μπορούν επίσης να συνάπτουν συμβάσεις με φορείς του εξωτερικού, για την παροχή υπηρεσιών σε αλλοδαπούς.
6. Στην πρότυπη αποζημίωση κατά πράξη (DRG) εκ μέρους των πληρωτών (ΕΟΠΥΥ, ασφαλιστικές εταιρίες, ιδιώτες) εμπεριέχεται και επιμερίζεται ανάλογα το μισθολογικό κόστος των νοσοκομείων. Για τα κρατικά νοσοκομεία που λειτουργούν υπό ασύμφορες συνθήκες (νησιωτικών ή ακριτικών περιοχών), όπου δεν δραστηριοποιείται ο ιδιωτικός νοσοκομειακός τομέας, η κατά πράξη αποζημίωση προσαυξάνεται με συγκεκριμένο ποσοστό.
7. Τα νοσοκομεία που αξιολογούνται ως επαρκή, για την έμμισθη ειδίκευση ή εξειδίκευση επιστημόνων υγείας, επιχορηγούνται πρόσθετα για την κάλυψη του αντίστοιχου κόστους.
8. Τα νοσοκομεία που παρέχουν υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας (τακτικά εξωτερικά ιατρεία), παρά τη λειτουργία ειδικών μονάδων ΠΦΥ στην περιοχή ευθύνης τους, εισπράττουν προκαθορισμένο εξέταστρο από τους χρήστες.
9. Το ποσοστό συμμετοχής των ασφαλισμένων στο κόστος παροχής υπηρεσιών από ιδιωτικούς φορείς, καταβάλλεται και στις κρατικές μονάδες.
10. Τα κρατικά νοσοκομεία μπορούν να αμείβονται για συμπληρωματικές μη ιατρικές υπηρεσίες (π.χ. ξενώνες συνοδών, χώροι στάθμευσης, καταστήματα εξυπηρέτησης), αλλά και να τιμολογούν την παροχή μετανοσοκομειακής ή γηριατρικής ή κατ΄ οίκον φροντίδας κ.λπ., όταν δεν προβλέπεται ανάλογη αποζημίωση από τους ασφαλιστικούς φορείς.
11. Τα νοσοκομεία μπορούν να ιδρύουν, αυτόνομα ή σε συνεργασία με κοινωνικούς φορείς, συλλογικότητες δωρητών, υποστηρικτών και φίλων, αλλά και άμισθων εθελοντών υποστήριξης του έργου τους και των ασθενών.
12. Η οικονομική διαχείριση και η σύννομη λειτουργία των κρατικών νοσοκομείων ελέγχεται από Ορκωτούς Λογιστές, που διορίζονται από τον Υπουργό Υγείας.
Επίλογος
Είναι προφανές και αναμενόμενο ότι, μια μεταρρύθμιση τέτοιας (ή ανάλογης) έκτασης θα προκαλέσει έντονες αμφισβητήσεις, κυρίως με αβάσιμα επιχειρήματα. Η εφαρμογή της απαιτεί περίοδο μιας πλήρους κυβερνητικής θητείας, αποφασιστικότητα και ανάληψη ενός πιθανού και πρόσκαιρου πολιτικού κόστους.
Όμως, ενδεχόμενη παράταση του σημερινού τρόπου και συνθηκών λειτουργίας οδηγεί βραχυπρόθεσμα σε ραγδαία απαξίωση των κρατικών νοσοκομείων, τα οποία εγκαταλείπονται ήδη από τους ικανότερους επαγγελματίες υγείας, αλλά και από συνεχώς περισσότερους χρήστες-ασθενείς.
Γιώργος Ι. Στάθης
Οικονομολόγος-Manager Νοσοκομείων
πρώην Πρόεδρος της ΕΕΜΥΥ
Πηγη: https://www.healthreport.gr/