Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας, που συζητείται στην επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής και προβλέπεται να ψηφιστεί μέχρι τα μέσα του μήνα, περιλαμβάνει σημαντικές αλλαγές, όπως η επέκταση του ρόλου των προσωπικών γιατρών, η δυνατότητα εγγραφής παιδιών έως 16 ετών σε προσωπικό παιδίατρο, η δημιουργία πανεπιστημιακών κέντρων υγείας και η παροχή κινήτρων για την προσέλκυση νέων γιατρών στις ειδικότητες της γενικής οικογενειακής ιατρικής και της εσωτερικής παθολογίας.
Η Αναπληρώτρια Υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, ανέφερε ότι θα θεσπιστεί σύστημα αξιολόγησης των προσωπικών γιατρών με βάση ποιοτικούς και ποσοτικούς δείκτες, που θα συνοδεύεται από τη δυνατότητα επιβολής κυρώσεων.
Συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο προβλέπει:
- Αναθεώρηση των κατηγοριών προσωπικών γιατρών, με την ένταξη αγροτικών γιατρών, ειδικευόμενων στην εσωτερική παθολογία και τη γενική ιατρική, και ιδιωτών γιατρών εκτός ΕΟΠΥΥ.
- Παροχή οικονομικών κινήτρων ύψους 40.000 ευρώ (μεικτά) στους γιατρούς που θα επιλέξουν τις παραπάνω ειδικότητες το 2025, με προϋπόθεση να ολοκληρώσουν την ειδίκευσή τους και να συμμετάσχουν στις εξετάσεις για τον τίτλο εντός ενός έτους.
- Αυτόματη εγγραφή των πολιτών που δεν επιλέγουν Προσωπικό Ιατρό έως την 01.06.2025.
- Εισαγωγή δεικτών απόδοσης για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των προσωπικών γιατρών.
- Καθιέρωση συνεχούς εκπαίδευσης και έκδοση κατευθυντήριων γραμμών με βάση διεθνή πρότυπα.
- Δωρεάν πρόσβαση παιδιών 0-16 ετών σε Προσωπικό Παιδίατρο.
- Δημιουργία Πανεπιστημιακών Κέντρων Υγείας σε κάθε Ιατρική Σχολή, με στόχο την προαγωγή της υγείας, την εκπαίδευση και την τηλεϊατρική.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, μόνο το 6% των γιατρών στην Ελλάδα είναι εξειδικευμένοι στην οικογενειακή ιατρική ή την εσωτερική παθολογία, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου του 20%. Ωστόσο, πολλοί γιατροί αποφεύγουν τη συμμετοχή στον θεσμό λόγω χαμηλών οικονομικών απολαβών, αφήνοντας την εφαρμογή της μεταρρύθμισης να καλύπτει μόνο το 45% των ληπτών υπηρεσιών υγείας.
Το νομοσχέδιο τονίζει τη σημασία της πρόληψης και της διαχείρισης χρόνιων νοσημάτων, της ενίσχυσης της σχέσης ιατρού και ασθενούς, καθώς και της ευρύτερης συμμετοχής του πληθυσμού σε δράσεις υγείας.
Πηγη: https://healthmag.gr/