Υπάρχουν υπερτασικοί που δεν το γνωρίζουν και από αυτούς που το γνωρίζουν, οι μισοί δεν είναι ρυθμισμένοι ή είναι μερικώς ρυθμισμένοι, δηλαδή έχουν λάβει κάποια θεραπεία ή οποία όμως δεν τους καλύπτει πλήρως. Επίσης, ορισμένοι ασθενείς με υπέρταση κινδυνεύουν περισσότερο από τους άλλους και τα τελευταία χρόνια στην επιστημονική κοινότητα γίνεται μεγάλη προσπάθεια εκπαίδευσης των ιατρών, ώστε να μπορούν να ξεχωρίσουν τους ασθενείς που χρειάζονται άμεση παρέμβαση. Τα παραπάνω συζήτησε με το Hellenic Medical Review o Γεώργιος Σ. Στεργίου, MD, FRCP, Καθηγητής Παθολογίας & Υπέρτασης, Γραμματέας της Διεθνούς Εταιρείας Υπέρτασης.
Πραγματοποιήθηκε και στη χώρα μας το πρόγραμμα «Μάιος Μήνας Μέτρησης της Πίεσης»(ΜΜΜ), του οποίου και υπήρξατε συντονιστής. Όπως αναφέρατε χαρακτηριστικά σε σχετική συνέντευξη τύπου, «η ιδέα είναι να ανοίξει η συζήτηση για την αρτηριακή πίεση» με τους πολίτες δεδομένου ότι μια φορά μέτρησης της πίεσης δεν είναι αρκετή για να χαρακτηριστεί κάποιος υπερτασικός. Θα μπορούσατε να μας πείτε πως ακριβώς δουλεύουν τέτοιου είδους προγράμματα;
Όντως το ΜΜΜ δεν είναι επιδημιολογική μελέτη ή διαγνωστική διαδικασία. Είναι μια ευκαιρία να κάνουν μέτρηση της πίεσής τους εκατοντάδες άνθρωποι που όπως διαπιστώνουμε μπορεί να έχουν υπέρταση για μερικά χρόνια και δεν έχουν καν μετρήσει την πίεσή τους. Στο πρόγραμμά μας όταν ένα άτομο μετρηθεί και βρεθεί υπέρταση, κατευθύνουμε το άτομο να επιβεβαιώσει το εύρημα αυτό με επίσκεψη στον γιατρό. Εάν βρεθεί πολύ υψηλή πίεση, ενημερώνουμε το άτομο για το επείγον της επίσκεψης στο ιατρείο. Φέτος μετρήθηκαν 5.000 άτομα και τα αποτελέσματα συγκεντρώνονται αυτόματα και πηγαίνουν σε cloud όπου αναλύονται συνολικά και αναμένουμε τα αποτελέσματα. Σε διεθνές επίπεδο, έχουμε συγκεντρώσει ένα εκατομμύριο άτομα. Υπάρχει μια συμφωνία ότι τα δεδομένα θα παρουσιαστούν στο τέλος του χρόνου συνολικά και στη συνέχεια κάθε χώρα θα παρουσιάσει τα δικά της αποτελέσματα.
Εκτός από το γεγονός ότι υπάρχουν υπερτασικοί που δεν γνωρίζουν ότι έχουν υπέρταση, και από αυτούς που το γνωρίζουν, οι μισοί δεν είναι ρυθμισμένοι ή είναι μερικώς ρυθμισμένοι, δηλαδή έχουν λάβει κάποια θεραπεία ή οποία όμως δεν τους καλύπτει πλήρως. Πρόκειται για ένα διεθνώς αναγνωρισμένο πρόβλημα, το οποίο οφείλεται σε τρεις παράγοντες: αφενός οι ασθενείς βρίσκονται σε εφησυχασμό παίρνοντας το χάπι της πίεσης και δεν παρακολουθούν την πίεσή τους συστηματικά. Επίσης, οι γιατροί δεν επιμένουν πάντα να φτάσουν στον στόχο, κάποιοι αρκούνται στην κάλυψη που παρέχει στον ασθενή το χάπι. Τέλος, η πρόσβαση στο σύστημα υγείας, το κόστος των φαρμάκων κ.ά. είναι παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά την επίτευξη του στόχου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Εταιρείας Υπέρτασης το 2022 από τις μετρήσεις που έγιναν στο πλαίσιο του ΜΜΜ το 2019 και το 2022 φάνηκε ότι το 42% των Ελλήνων έχουν υπέρταση. Έχουμε καθόλου στοιχεία από τη φετινή εφαρμογή του προγράμματος;
Είχαμε διεξάγει την έρευνα το 2019 και μετά το 2020 και 2021 δεν είχε διεξαχθεί λόγω της της πανδημίας Covid-19. Το 2022 ήταν μια σημαντική χρονιά, γιατί θέλαμε να δούμε την επίδραση της πανδημίας Covid-19 στην υπέρταση, καθώς υπήρχε διεθνής ανησυχία για τις επιπτώσεις των lockdown και της πανδημίας. Φάνηκε από την ανάλυση και τη σύγκριση με το 2019 ότι αυξήθηκαν οι αδιάγνωστοι ασθενείς, ωστόσο το ποσοστό των μη ρυθμισμένων ασθενών παρέμεινε το ίδιο, δηλαδή γύρω στο 50%. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι η εφαρμογή της άυλης συνταγογράφησης ήταν μια μεγάλη βοήθεια για τους ασθενείς κατά τη διάρκεια της πανδημίας, γιατί τους επέτρεψε να συνεχίσουν να λαμβάνουν τα φάρμακά τους, χωρίς να προσέρχονται στα ιατρεία.
Φέτος δεν έχουμε δεδομένα ακόμα, αλλά θεωρώ ότι η εικόνα παραμένει σε γενικές γραμμές η ίδια και δεν θα έχουμε διαφοροποιήσεις σε σχέση με το 2022.
Δεδομένου ότι η Υπέρταση συνεχίζει να παραμένει ένα τεράστιο πρόβλημα δημόσιας Υγείας, τι μέτρα θα πρέπει να ληφθούν από την Πολιτεία για να μειωθούν οι επιπτώσεις της;
Η Πολιτεία έχει την κύρια ευθύνη της πρόληψης, με την προώθηση ενημερωτικών εκστρατειών για τη σωστή διατροφή και άσκηση από μικρή ηλικία, ώστε να αποφύγει το άτομο να αναπτύξει υπέρταση σε μεγαλύτερες ηλικίες.
Το δεύτερο επίπεδο που είναι ευθύνη της Πολιτείας είναι η έγκαιρη διάγνωση. Χρειαζόμαστε εθνικά προγράμματα που να κάνουν screening στο πληθυσμό, στα κέντρα υγείας, στους δήμους, σε επαγγελματικούς χώρους κ.ά. Εάν έχουμε τέτοια προγράμματα θα δοθεί η δυνατότητα στο κοινό να κάνει μετρήσεις πίεσης αρκετές φορές το χρόνο, χωρίς αναγκαστικά να επισκεφθεί δομές υγείας. Τα ελληνικά φαρμακεία λειτουργούν με αυτό τον τρόπο, αλλά θα μπορούσε να υπάρχει αυτή η δυνατότητα π.χ. και σε δημοτικές δομές.
Ποιες είναι οι περιπτώσεις ατόμων με υπέρταση που χρειάζονται ιδιαίτερη αξιολόγηση και αντιμετώπιση;
Είναι αλήθεια ότι ορισμένοι ασθενείς με υπέρταση κινδυνεύουν περισσότερο από τους άλλους και τα τελευταία χρόνια στην επιστημονική κοινότητα γίνεται μεγάλη προσπάθεια εκπαίδευσης των ιατρών, ώστε να μπορούν να ξεχωρίσουν τους ασθενείς που χρειάζονται άμεση παρέμβαση. Δύο οι κύριες κατηγορίες των ασθενών αυτών, αλλά υπάρχουν και μερικές ακόμα κατηγορίες που έχουν ενδιαφέρον: Η πρώτη αφορά τους ασθενείς που έχουν ήδη κάποια καρδιαγγειακή πάθηση, όπως στεφανιαία νόσο, καρδιακή ανεπάρκεια, ή νεφρική ανεπάρκεια. Η δεύτερη κατηγορία είναι οι διαβητικοί, οι οποίοι χρειάζονται άμεση θεραπεία, επιθετική θεραπεία και στενή παρακολούθηση. Τις δύο αυτές κατηγορίες, οι γιατροί τις ξεχωρίζουν αμέσως. Αυτοί που «ξεφεύγουν» είναι αυτοί που έχουν διάφορα άλλα προβλήματα υγείας πέραν της υπέρτασης, στα οποία δεν δίνουν σημασία. Για παράδειγμα, ένας ασθενής δεν έχει παρουσιάσει κάποιο νόσημα, αλλά είναι υπερτασικός, έχει αυξημένη χοληστερίνη και καπνίζει. Ο ασθενής αυτός μπορεί να μην το γνωρίζει, αλλά όλοι οι παραπάνω παράγοντες δρουν ενάντια στα αγγεία του. Οι ασθενείς αυτοί μπορεί να πάθουν ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο, χωρίς καμιά άλλη προειδοποίηση.
ρισμένες άλλες κατηγορίες ενδιαφέροντος, αποτελούν ασθενείς που δεν διατρέχουν άμεσο κίνδυνο, αλλά θα πρέπει να παρακολουθούνται: οι ασθενείς με τη λεγόμενη «υπέρταση λευκής μπλούζας», δηλαδή αυτοί που μπορεί να έχουν υπέρταση στο ιατρείο και μετά στο σπίτι τους να έχουν κανονική πίεση. Αυτά τα άτομα χρειάζονται προσεκτικότερη αξιολόγηση, γιατί κατά κανόνα δεν παίρνουν φάρμακα, θεωρώντας ότι η υπέρτασή τους είναι περιστασιακή και οφείλεται κυρίως στο άγχος. Μία άλλη σημαντική κατηγορία είναι τα άτομα των οποίων η υπέρταση δεν ρυθμίζεται ακόμα και με τη χορήγηση τριών ή περισσότερων τριών ή περισσότερων φαρμάκων. Πρόκειται κυρίως για άτομα με σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως νοσήματα στα νεφρά.
Τέλος, μια ακόμα «δύσκολη» κατηγορία είναι οι νέοι. Υπάρχουν πολλά νέα άτομα, εφηβικής ηλικίας, με γονείς υπερτασικούς, που έχουν αυξομειώσεις πίεσης. Είναι πολύ δύσκολο ο γιατρός να αποφασίσει να δώσει σε έναν νέο 15 ετών φάρμακα για όλη του τη ζωή. Χρειάζεται σχολαστική παρακολούθηση και προσεκτική αντιμετώπιση.
Οι κατηγορίες αυξημένου κινδύνου, καθώς και οι «δύσκολες» κατηγορίες, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται σε ειδικά κέντρα, ώστε να μπορούν να παραπεμφθούν εγκαίρως τα περιστατικά.
Είστε μέλος της επιτροπής International Organization for Standardization (ISO) για Τεχνολογία Μέτρησης Αρτηριακής Πίεσης. Τι θα πρέπει να γνωρίζουν οι πολίτες για τα πιεσόμετρα και τη λειτουργία τους;
Είναι πολύ σημαντικό για τον γιατρό ο ασθενής του να μπορεί να του δίνει αξιόπιστες πληροφορίες για το πού βρίσκεται η πίεσή του στο σπίτι. Για να το κάνει αυτό ο ασθενής πρέπει να διαθέτει ηλεκτρονικό πιεσόμετρο, αυτόματο, το οποίο να εφαρμόζεται στον βραχίονα. Τα πιεσόμετρα καρπού ή τα πιεσόμετρα που λειτουργού με τη μορφή wearables (wristband, watches κ.ά.) δεν είναι αξιόπιστα. Είναι σημαντικό το πιεσόμετρο να είναι πιστοποιημένο. Και εδώ θέλω να σημειώσω ότι τα περισσότερα πιεσόμετρα που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά δεν είναι σωστά πιστοποιημένα. Η Ελληνική Εταιρεία Υπέρτασης διαθέτει καταλόγους με όλα τα πιστοποιημένα πιεσόμετρα, αναφέροντας ποια είναι κατάλληλα για παιδιά, για εγκύους κ.ά. Είναι πολύ σημαντικό ο ασθενής να έχει εκπαιδευτεί από τον γιατρό του για το πώς και πότε θα πρέπει να μετρά την πίεσή του. Ο κατάλληλος τρόπος είναι το άτομο να είναι καθιστό με το μπράτσο ακουμπισμένο χαλαράσε ένα τραπέζι, για 5 λεπτά σε ηρεμία και πάντα με διπλή μέτρηση. Έτσι ο γιατρός θα έχει από τον ασθενή του αξιόπιστες μετρήσεις και θα μπορεί να προχωρήσει στην κατάλληλη αγωγή.
Όπως έγινε γνωστό η Υπέρταση αναγνωρίστηκε ως αντικείμενο μετεκπαίδευσης. Ποιο κενό στην ιατρική εκπαίδευση θα καλύψει η συγκεκριμένη εξέλιξη;
Το θέμα είναι πολύ επίκαιρο, προσπαθούσαμε εδώ και πολύ καιρό να πείσουμε το ΚΕΣΥ να αναγνωρίσει την υπέρταση ως αντικείμενο μετεκπαίδευσης. Αυτό κατέστη δυνατό όταν επισημάναμε ότι όλα τα κρατικά νοσοκομεία διαθέτουν Ιατρεία Υπέρτασης για να καλύψουν τις μεγάλες ανάγκες των χιλιάδων υπερτασικών ασθενών της χώρας. Συνεπώς υπάρχει ταυτόχρονα να πιστοποιηθούν τα ιατρεία αυτά, καθώς και να εκπαιδευτούν οι ιατροί που τα στελεχώνουν στο ειδικό αντικείμενο. Και πλέον το ΚΕΣΥ έχει αποδεχθεί ότι η Υπέρταση είναι αντικείμενο μετεκπαίδευσης της Παθολογίας, Καρδιολογίας και Νεφρολογίας. Η εξειδίκευση γίνεται για ένα χρόνο στα ειδικά κέντρα υπέρτασης και έχουμε δημιουργήσει μια επιτροπή με αντικείμενο τα ειδικά θέματα αυτής της διαδικασίας. Θεωρώ ότι μέσα σε έναν χρόνο από σήμερα θα ξεκινήσει αυτή η διαδικασία.
Πόσο αποτελεσματικές θα χαρακτηρίζατε τις υπάρχουσες θεραπείες για την Υπέρταση;
Η υπέρταση είναι από τα καλύτερα μελετημένα νοσήματα με όγκο δεδομένων και έρευνας μισού αιώνα. Έχουμε πέντε κύριες και πέντε δευτερεύουσες κατηγορίες φαρμάκων και συνολικά 100 περίπου φάρμακα για την υπέρταση. Με τα φάρμακα αυτά, εφόσον αξιοποιηθούν σωστά, μπορούμε να ρυθμίσουμε πάνω από το 95% των υπερτασικών ασθενών. Φυσικά, κάθε θεραπεία είναι σχεδιασμένη για τον συγκεκριμένο ασθενή και ο γιατρός πρέπει να συνθέσει τον συνδυασμό που μπορεί να ρυθμίσει την υπέρτασή του, χωρίς παρενέργειες. Σήμερα έχουμε μόνο 30% επιτυχία στη ρύθμιση της υπέρτασης στην Ελλάδα, αλλά αυτό δεν οφείλεται στα φάρμακα. Φυσικά πάντα η έρευνα συνεχίζει να μας προσφέρει νέα φάρμακα, αλλά με τις δυνατότητες που έχουμε σήμερα, είμαστε σε πολύ καλό σημείο για τη ρύθμιση της υπέρτασης.
Υπάρχουν περιπτώσεις «ίασης» της Υπέρτασης, με την έννοια ότι κάποιος που ακολουθούσε συγκριμένη αγωγή δεν την χρειάζεται πια;
Οι παράγοντες που αφορούν την υπέρταση δεν θεραπεύονται, αλλά ρυθμίζονται. Εάν έχει τεκμηριωθεί από τον θεράποντα ιατρό η διάγνωση με σωστές μετρήσεις και αρχίσει η θεραπεία, αυτή κατά κανόνα είναι ισόβια. Μόνο εάν υπήρξε μια δραστική μεταβολή, όπως για παράδειγμα σημαντική απώλεια κιλών ή διακοπή λήψης κάποιας ουσίας η ενός μηχανισμού, που ανεβάζει την πίεση, όπως πχ αντιφλεγμονώδη, τότε μόνο μπορούμε να μιλήσουμε για μείωση των φαρμάκων ή και διακοπή τους. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, ο ασθενής που με αγωγή δεν παρουσιάζει υπέρταση, εάν τη διακόψει στο εγγύς ή στο άμεσο μέλλον θα παρουσιάσει εκ νέου.
Τα κέντρα Αναφοράς για την Υπέρταση που λειτουργούν σήμερα στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Υγείας καλύπτουν κατά τη γνώμη σας τις ανάγκες του πληθυσμού της χώρας;
Προς το παρόν δεν υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο για τα κέντρα Αναφοράς. Στην Αθήνα έχουμε αρκετά κέντρα αναφοράς που καλύπτουν τις ανάγκες, καθώς και σε μερικές μεγάλες πόλεις υπάρχουν τέτοια κέντρα. Οι ανάγκες μπορούν να καλυφθούν, με δύο προϋποθέσεις: Χρειάζεται τυποποίηση των διαδικασιών και της λειτουργίας τους, κάτι για το οποίο ήδη εργαζόμαστε. Επιπλέον, τα κέντρα αυτά δεν θα πρέπει να είναι προσβάσιμα από οποιονδήποτε, αλλά θα πρέπει κυρίως να είναι κέντρα αναφοράς από τους γιατρούς της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ). Πρέπει να διαμορφώσουμε μια διαδικασία συνεργασίας με τους γιατρούς της ΠΦΥ, ώστε να μπορούν να παραπέμπουν τους ασθενείς τους για μια δεύτερη γνώμη, όταν τη χρειάζονται.
Πηγη: https://hellenicmedicalreview.gr