Αμφίδρομη είναι η σχέση μεταξύ της καινοτομίας και των προγραμμάτων ΣΔΙΤ, με την πρώτη να τροφοδοτεί έργα ΣΔΙΤ και τις συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα να ωθούν και αξιοποιούν την καινοτομία, όπως αναδείχθηκε στο 2nd Health Innovation Conference.
Στις καλές πρακτικές και τα «εργαλεία» για τη διαχείρισης των προγραμμάτων συνεργασίας μεταξύ πολλαπλών δημόσιων και ιδιωτικών φορέων, αναφέρθηκε ο Χαράλαμπος – Φίλιππος Ιωσηφίδης, Managing Partner Europe, Iota Omega Ventures Pte Ltd. Οι Συμπράξεις Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) όπως τονίζει ο κ. Ιωσηφίδης αποτελούν μια προσπάθεια αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα.
«Συνδυάζοντας το δημόσιο ενδιαφέρον με την έρευνα και ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα, οι ΣΔΙΤ έχουν ανανεώσει στάσιμα έργα και έχουν οδηγήσει σε καινοτόμες λύσεις για διάφορες βιομηχανίες και ιδιαίτερα για τη φαρμακοβιομηχανία», τόνισε ο κ. Ιωσηφίδης, επισημαίνοντας πως στο σύγχρονο, γρήγορο και περίπλοκο κόσμο, η συνεργασία είναι απαραίτητη για την υλοποίηση στόχων, ιδιαιτέρως στο πεδίο της υγείας.
Στα οφέλη των ΣΔΙΤ περιλαμβάνονται η βελτίωση της πρόσβασης, της έκτασης του προγράμματος και της αποτελεσματικότητας, αλλά και η καλύτερη αξιοποίηση ίδιων κεφαλαίων. Παράλληλα, προσφέρουν τη δυνατότητα ρύθμισης και αύξησης της υπευθυνότητας, συμβάλουν στη βελτίωση της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών, στην υιοθέτηση καλών πρακτικών από τον ιδιωτικό τομέα, ενώ παρέχουν πρόσβαση σε καλύτερη τεχνολογία και έμψυχο δυναμικό.
«Το «οικοσύστημα» στο χώρο των βιοεπιστημών είναι πολύ σημαντικό ώστε να μπορέσουμε να προσελκύσουμε επενδύσεις», εξήγησε ο κ. Ιωσηφίδης. «Η δημιουργία του απαιτεί συνεργασία από ιδιωτικούς φορείς και από το δημόσιο. Όμως οι καθυστερήσεις σε πρόβλεψη κόστους και χρόνου υλοποίησης, δημιουργούν διάφορα προβλήματα, τα οποία ωστόσο μπορούμε να λύσουμε με τα εργαλεία που υπάρχουν και με ένα τρόπο διαλογικό, κάνοντας management όλων των ενδιαφερομένων πλευρών και τι περιμένει η κυβέρνηση, ο ιδιωτικός τομέας, οι φαρμακευτικές εταιρίες, το πανεπιστήμιο, κλπ», προσέθεσε.
Σύμφωνα με το Φώτη Σακελλαρίδη, CEO της Qualia Pharma, τα περισσότερα σύγχρονα βιοτεχνολογικά προϊόντα,αποτελούν έργο συνεργασιών της Ακαδημίας με την Βιομηχανία. Όπως ανέφερε, ο κλάδος της βιοτεχνολογίας λόγω της αλματώδους ανάπτυξης του, παραμένει εξαιρετικά ελκυστικός σε επενδύσεις. Για όλες τις αναπτυγμένες χώρες, αποτελεί προτεραιότητα η υποστήριξη των εταιριών βιοτεχνολογίας, μέσω δημιουργίας εξειδικευμένων τεχνολογικών «πάρκων» και «οικοσυστημάτων» που ευνοούν την καινοτομία με θετικό αντίκτυπο στις εθνικές οικονομίες. Τα περισσότερα σύγχρονα βιοτεχνολογικά προϊόντα, αποτελούν έργο συνεργασιών της Ακαδημίας με την Βιομηχανία και απαιτούν την ύπαρξη πλαισίων και δομών υποστήριξης.
«Στην Ελλάδα, παρόλο που το γνωσιακό κεφάλαιο είναι μεγάλο, οι συνεργασίες αυτές βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο χωρίς συγκεκριμένο πλαίσιο και αφορούν μεμονωμένες πρωτοβουλίες εταιριών και Ιδρυμάτων» διευκρίνισε.
Στο χώρο της βιοτεχνολογίας οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες υπολογίζεται ότι επενδύουν κάθε χρόνο σε κοινά προγράμματα έρευνας και καινοτομίας με τα πανεπιστήμια πάνω από 65 δις δολάρια (outsourcing)» ανέφερε ο καθηγητής Φαρμακολογίας Αχ. Γραβάνης, συμπληρώνοντας πως το 60% των φαρμάκων στις ΗΠΑ και το 20% στην Ευρώπη έχει αναπτυχθεί σε ακαδημαϊκά ερευνητικά εργαστήρια. Η Ελλάδα, αντίστοιχα, έχει φέρει 1,1 δις ευρώ από ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα την τελευταία 5ετία. «Ιδεοληψίες και αναχρονισμοί έχουν κρατήσει το ελληνικό πανεπιστήμιο περίκλειστο και σε απόσταση από το οικονομικό γίγνεσθαι και την επιχειρηματικότητα» εκτίμησε ο καθηγητής, τονίζοντας την ανάγκη η χώρα να είναι παρούσα σε αυτή την έκρηξη επενδύσεων.
Για τον κ. Γραβάνη, στο πλαίσιο οικοδόμησης αυτού του οικοσυστήματος, τράπεζες και ιδιώτες θα πρέπει, επίσης, να δουν τις ευθύνες τους. «Να δημιουργήσουν τα κατάλληλα επενδυτικά εργαλεία (venture capitals) για την χρηματοδότηση κοινών ερευνητικών έργων και κοινών εταιριών τεχνοβλαστών (spinoffs, startups) μέσα στα πανεπιστήμια και τα Eρευνητικά μας Kέντρα».
Ο Π. Ζουμπουλάκης, κύριος Ερευνητής του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, εκτιμά ότι τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα θα πρέπει να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο τόσο στην παραγωγή νέας γνώσης όσο και στην προώθηση της βιο-επιχειρηματικότητας. «Η διευκόλυνση των συνεργασιών, η ενδυνάμωση της μετακίνησης εξειδικευμένου προσωπικού μεταξύ ακαδημίας & επιχειρήσεων και η δημιουργία επιχειρηματικής κουλτούρας σε νέους επιστήμονες, είναι ορισμένες από τις βασικές προϋποθέσεις του οικοσυστήματος» τόνισε.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ανάγκες της επιχειρηματικότητας στον χώρο της βιοτεχνολογίας καθιστούν τα υφιστάμενα μοντέλα επιχειρηματικής ανάπτυξης ανεπαρκή, ιδιαίτερα κατά τα πρώτα στάδια των νεοφυών επιχειρήσεων, σημείωσε παραθέτοντας ως ενδεικτικό παράδειγμα μεταπτυχιακής ειδίκευσης στη βιο-επιχειρηματικότητα το «ΒΙΟΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ».
Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Λιάτσικο, καθηγητή Ουρολογίας, κυρίαρχο πρόβλημα της χώρας δεν είναι η έλλειψη καινοτομίας, αλλά το brain-drain. «Η καινοτομία χρειάζεται καινοτόμα μυαλά. Τα μυαλά που παράγουν την καινοτομία και την αξιολογούν φεύγουν» εξήγησε. Ένα ακόμη πρόβλημα για τον καθηγητή είναι οι ελάχιστες μελέτες που διεξάγονται στον ελλαδικό χώρο, καθώς και η απουσία αξιολόγησης των νέων τεχνολογιών με αποτέλεσμα συχνά η εμπορική προώθηση να προηγείται. «Στη λαπαροσκοπική χειρουργική η εξέλιξη είναι διαρκής. Παρά ταύτα επιβλήθηκε η ρομποτική χειρουργική, που δεν έχει όφελος για τον ασθενή παρά μόνο την άνεση του χειρουργού» ανέφερε ενδεικτικά, σημειώνοντας πως ήδη σε κάποιες χώρες σταδιακά κόβεται το reimbursement της επεμβατικής τεχνολογίας. «Μόνο ο γνώστης της τεχνολογίας μπορεί να δώσει τα θετικά και τα αρνητικά μίας τεχνολογίας. Δυστυχώς οι αποφάσεις στην Ελλάδα δεν παίρνονται από τους γνώστες» κατέληξε.
Πηγη:https://virus.com.gr