Θρησκευτική πίστη και έλεγχος χρόνιων νοσημάτων σε εφήβους [μελέτη]

Σε ποια συμπεράσματα καταλήγει ομάδα ειδικών, έπειτα από μετα-ανάλυση 20 επιστημονικών δημοσιεύσεων.

 

Το ευαίσθητο θέμα της σχέσης με τον Θεό και της συμβολής της στην αντιμετώπιση χρονίων νοσημάτων σε εφήβους, αξιολόγησε ομάδα Ιταλών επιστημόνων σε μία μετα-ανάλυση 20 προηγούμενων δημοσιεύσεων. Στη μελέτη τους, η οποία παρατίθεται πιο κάτω, επισημαίνεται πως στόχος ήταν να διερευνηθεί η συσχέτιση μεταξύ θρησκευτικών και πνευματικών παραγόντων και του θεραπευτικού αποτελέσματος.

Η αξιολόγηση έδειξε ότι οι θρησκευτικές και πνευματικές πεποιθήσεις και πρακτικές (δραστηριότητες πνευματικής αντιμετώπισης) μπορεί να έχουν τόσο ευεργετικές, όσο και επιβλαβείς επιπτώσεις στον τρόπο με τον οποίο οι έφηβοι αντιμετωπίζουν την ιατρική τους κατάσταση. Επηρεάζουν, δε, την ψυχοκοινωνική προσαρμογή τους, την ψυχική και σωματική τους υγεία και τη συμμόρφωσή τους στις θεραπείες.

Στο σύνολό τους, οι μελέτες δείχνουν πως η θρησκευτικότητα και η πνευματικότητα μπορεί να θεωρηθούν ως πιθανοί ψυχολογικοί παράγοντες που στηρίζουν τους εφήβους στην εμπειρία τους από χρόνια ασθένεια. Σε αρκετές, φάνηκε πως οι νεαροί ασθενείς στράφηκαν στην πίστη, προκειμένου να αντεπεξέλθουν και να βρουν δύναμη, νόημα, σκοπό, άνεση και ελπίδα.

Μεταξύ των Χριστιανών, τα άτομα κάτω των 12 ετών είχαν μεγαλύτερη τάση να θεωρούν τη θρησκεία τους ως πηγή ανακούφισης από τα άτομα άνω των 16 ετών, που δεν έβλεπαν τη θρησκεία ως σημαντική στρατηγική αντιμετώπισης.

Πέρα από την ηλικία, το φύλο και τη θρησκευτική πεποίθηση, άλλα δημογραφικά χαρακτηριστικά φάνηκε να σχετίζονται με τη χρήση της θρησκείας – πνευματικότητας ως στρατηγικής αντιμετώπισης παιδιατρικών ασθενών.

Μία από τις μελέτες οδήγησε στο συμπέρασμα πως τραυματίες και παιδιά με πρόσφατη διάγνωση χρόνιας ασθένειας που βρίσκονται σε χαμηλότερο κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, υιοθετούν τη θρησκευτική αντιμετώπιση πιο συχνά.

Σε άλλη μελέτη, αξιολογήθηκαν έφηβοι με καρκίνο, κυστική ίνωση και σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1. Βρέθηκε πως η πίστη σε έναν καλοπροαίρετο Θεό δίνει ελπίδα και βοηθά στο να ενσωματώνουν το νόημα της ασθένειάς τους. Σε παρόμοια ευρήματα οδήγησε μελέτη σε παιδιά με βουδιστικό υπόβαθρο και διαφορετικούς τύπους ασθενειών.

Αρνητική σχέση

Η συντακτική ομάδα αναφέρεται και σε αρνητική σχέση θρησκευτικότητα και αποτελεσμάτων που σχετίζονται με την υγεία των εφήβων με χρόνια νοσήματα.

Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνεται κανείς τον Θεό και τη σχέση του με τον Θεό μπορεί να εμποδίσει τη διαδικασία αντιμετώπισης της ασθένειας, οδηγώντας το άτομο να αισθάνεται τιμωρία, εγκατάλειψη ή πνευματική δυσαρέσκεια. Ορισμένες ποιοτικές μελέτες ανέφεραν ότι οι νεαροί ασθενείς θύμωσαν προσωρινά με τον Θεό, καθώς αντιλαμβάνονταν την κατάστασή τους ως άδικη.

Αυτές οι αισθήσεις, με τη σειρά τους, φάνηκε να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχοκοινωνική προσαρμογή και την ευημερία των εφήβων με χρόνιες ασθένειες. Μελέτη έδειξε πνευματική δυσαρέσκεια, αρνητικές επανεκτιμήσεις της δύναμης του Θεού και δαιμονικές επανεκτιμήσεις, που σχετίζονταν με περισσότερα εξωτερικευτικά προβλήματα (υπερκινητικότητα, επιθετικότητα και προβλήματα συμπεριφοράς) μεταξύ των εφήβων που πάσχουν από διαβήτη και κυστική ίνωση.

Η αρνητική πνευματική αντιμετώπιση σχετιζόταν με προβλήματα εσωτερίκευσης (κατάθλιψη και άγχος) μόνο μεταξύ των εφήβων με κυστική ίνωση, υποδηλώνοντας ότι αυτή η συσχέτιση μπορεί να είναι ειδική για εφήβους με πιο σοβαρές παθήσεις.

Οι συντάκτες της μελέτης υπογραμμίζουν πως η τήρηση της ιατρικής θεραπείας και η σωματική υγεία έχει παρατηρηθεί ότι επηρεάζονται αρνητικά από τον τρόπο που οι έφηβοι βιώνουν τη σχέση τους με τον Θεό. Μελέτη έδειξε πως η αμφισβήτηση της αγάπης του Θεού συνδέθηκε με χαμηλότερη αντιληπτή χρησιμότητα της θεραπείας κάθαρσης των αεραγωγών μεταξύ των εφήβων με κυστική ίνωσηη οποία, με τη σειρά της, συνδέθηκε με χαμηλότερη προσπάθεια τήρησης της θεραπείας.

Μελέτη σε δείγμα εφήβων με δισχιδή ράχη, βρέθηκε πως όσοι είχαν υψηλά επίπεδα πνευματικότητας και χαμηλά ή μέτρια επίπεδα συμπτωμάτων κατάθλιψης, είχαν χαμηλότερη ποιότητα ζωής, σε σύγκριση με τους έφηβους με χαμηλά ή /μέτρια επίπεδα καταθλιπτικών συμπτωμάτων και πνευματικότητας.

Επιπλέον Πληροφορίες

 

 

 

Πηγη: https://www.iatronet.gr/