«Καμπανάκι» ΠΟΥ για την μικροβιακή αντοχή – Σιωπηλή πανδημία

Τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με τις επιπτώσεις της μικροβιακής αντοχής παγκοσμίως κρούει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), ο οποίος χαρακτηρίζει το πρόβλημα ως «σιωπηλή πανδημία» καθώς πολλές μελέτες αποδεικνύουν ότι πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες απειλές της δημόσιας υγείας σήμερα.

Η Παγκόσμια Εβδομάδα Ενημέρωσης και Ευαισθητοποίησης για τα Αντιμικροβιακά Φάρμακα που έχει καθιερώσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) και ξεκινάει αύριο Παρασκευή 18 Νοεμβρίου, φέρνει το πρόβλημα σε πρώτο πλάνο, με τον κορυφαίο διεθνή οργανισμό για την Υγεία να προειδοποιεί για μια «post-antibiotic era», δηλαδή μια εποχή στην οποία δεν θα υπάρχουν αντιβιοτικά κατάλληλα για να αντιμετωπίσουν σχεδόν πανανθεκτικά μικρόβια.

Τα αντιβιοτικά αναμφισβήτητα θεωρούνται μια από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις του 20ου αιώνα, αφού χάρις σε αυτά αντιμετωπίστηκαν πολυάριθμες λοιμώξεις και αποφεύχθηκε πληθώρα θανατηφόρων ασθενειών που οφείλονταν σε μικροβιακό παράγοντα.

Ωστόσο τα τελευταία χρόνια η αλόγιστη χρήση τους οδήγησε στην ανάπτυξη μικροβίων ανθεκτικών σε αυτά αφήνοντας κατά αυτόν τον τρόπο πολλές λοιμώξεις αθεράπευτες και αυξάνοντας την θνητότητα κατ’ επέκταση.

Μικρόβια και αντιβιοτικά

Η μικροβιακή αντοχή είναι η αντοχή που αναπτύσσουν τα μικρόβια στα αντιβιοτικά, με αποτέλεσμα να είναι λιγότερο ή και καθόλου ευαίσθητα σε αυτά.

Η μακροχρόνια λήψη αντιβιοτικών διαταράσσει τη χλωρίδα του ανθρώπινου οργανισμού, με αποτέλεσμα να επικρατούν μορφές μικροβίων περισσότερο ανθεκτικές. Η υπερκατανάλωση των αντιβιοτικών εκτός από τον ανθρώπινο πληθυσμό, παρατηρείται και στα ζώα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολυανθεκτικές μορφές μικροβίων και στους δυο πληθυσμούς. Όμως κατά την αλληλεπίδραση του ανθρώπου με τα ζώα και το περιβάλλον, είναι δυνατή η μετάδοση των πολυανθεκτικών μικροβίων μεταξύ τους, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο για το πρόβλημα. Για το λόγο αυτό η μικροβιακή αντοχή παρουσιάζεται ως ένα πολυπαραγοντικό θέμα που επηρεάζει ολόκληρο το οικοσύστημα στο πλαίσιο της «Ενιαίας Υγείας», κι αναλόγως θα πρέπει να αντιμετωπιστεί.

Μάλιστα, ο ΠΟΥ εκτιμά πως έως το 2050 το πρόβλημα της μικροβιακής αντοχής θα προκαλέσει περισσότερους θανάτους από όσους θα προκαλέσουν ο καρκίνος και ο σακχαρώδης διαβήτης μαζί!

Το πρόβλημα είναι εξίσου μεγάλο και στην Ελλάδα, όπου ο επιπολασμός των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων ανέρχεται στο 10% (πράγμα που σημαίνει ότι 1.821 νοσηλευόμενοι ασθενείς ταλαιπωρούνται από κάποιο ενδονοσοκομειακό μικρόβιο), ενώ πολύ υψηλή είναι και η κατανάλωση των αντιβιοτικών στη κοινότητα, όπου η χώρα μας κατέχει τη δεύτερη θέση στην Ευρώπη μετά την Κύπρο, σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα του 2020.

Μάλιστα η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στη χρήση προωθημένων αντιβιοτικών, όπως οι καρβεπενέμες και τα πολυμιξίδια.

Πρόληψη και έλεγχος λοιμώξεων

Η Ελλάδα, αναγνωρίζοντας την έκταση του προβλήματος, επιδίδεται τα τελευταία χρόνια σε συστηματικές προσπάθειες πρόληψης και ελέγχου των λοιμώξεων και καταπολέμησης της μικροβιακής αντοχής, με κορυφαία το φιλόδοξο «Πανελλήνιο Πρόγραμμα για την Πρόληψη και τον Έλεγχο των Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και της Μικροβιακής Αντοχής», με τον διακριτικό τίτλο GRIPP–SNF, το οποίο χρηματοδοτείται αποκλειστικά από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και υλοποιείται από το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων – CLEO (cleoresearch.org), σε συνεργασία με τον ΕΟΔΥ και υπό την εποπτεία του Ο.ΔΙ.Π.Υ.

Το GRIPP–SNF εφαρμόζει συστηματική ηλεκτρονική επιτήρηση και καταγραφή των λοιμώξεων καθώς και σύγχρονες στρατηγικές, μεθόδους και εργαλεία για περιορισμό των νοσοκομειακών λοιμώξεων, πιλοτικά σε 10 δημόσια νοσοκομεία, με προοπτική την επέκτασή του σε όλα τα ελληνικά νοσοκομεία.

Με αφορμή την Παγκόσμια Εβδομάδα που ξεκινάει αύριο (18/11), αλλά και την αυριανή Ευρωπαϊκή Ημέρα Ευαισθητοποίησης για τη Χρήση των Αντιβιοτικών, το Κέντρο Κλινικής Επιδημιολογίας και Έκβασης Νοσημάτων – CLEO στέλνει το μήνυμα ότι «η χώρα μας πρέπει να εντείνει τις προσπάθειες πρόληψης και ελέγχου λοιμώξεων και αντιμικροβιακής επιμελητείας, αυστηροποιώντας τους ήδη υπάρχοντες θεσμούς και ενισχύοντας τη γνώση του κοινού μέσω προγραμμάτων αγωγής της υγείας. Η δημόσια υγεία συνοδεύεται από συλλογική και ατομική ευθύνη και κάθε μας επιλογή έχει έμμεσο αντίκτυπο σε όλο το οικοσύστημα. Θα πρέπει επομένως, να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και με υπευθυνότητα να συμβάλλουμε όλοι στην αντιμετώπιση αυτού του κοινού προβλήματος».

 

 

Πηγη: https://healthpharma.gr/