Νέα δεδομένα στην αντιμετώπιση του κερατόκωνου και άλλων εκφυλιστικών παθήσεων του κερατοειδούς, δημιουργεί η χρήση αυτόλογων ενήλικων βλαστοκυττάρων.
«Πράγματι, η νέα συναρπαστική θεραπευτική προσέγγιση με τη χρήση των βλαστοκυττάρων, που παρουσιάστηκε από τον δρα Jorge L. Alio, δημιουργεί νέα δεδομένα στην αντιμετώπιση του κερατόκωνου και άλλων παθήσεων του κερατοειδούς» αναφέρει ο καθηγητής Οφθαλμολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Βασίλειος Κοζομπόλης.
H θεραπεία συνίσταται στην ενίσχυση του στρώματος του κερατοειδούς, κάνοντας χρήση βλαστοκυττάρων. Στην κλινική εφαρμογή της νέας θεραπείας στους πέντε ασθενείς με προχωρημένο κερατόκωνο, τα βλαστοκύτταρα ελήφθησαν από τον λιπώδη ιστό τους μέσω λιποαναρρόφησης. Ακολούθως, έγινε καλλιέργεια των κυττάρων τα οποία σε αριθμό ξεπέρασαν το ένα εκατομμύριο.
Στη συνέχεια, όπως εξηγεί ο κ. Κοζομπόλης, μεταφέρθηκαν στο στρώμα του κερατοειδούς κι ύστερα από έναν χρόνο παρακολούθησης αυτών των ασθενών, η διαφάνεια του κερατοειδούς αξιολογήθηκε ως πολύ καλή, ενώ ορισμένες ουλές του κερατοειδούς συνεχίζουν σταθερά να βελτιώνονται.
Για την επιβεβαίωση αυτών των πρώτων αποτελεσμάτων, ξεκίνησε να διεξάγεται μια πολυκεντρική κλινική μελέτη από την οποία θα προκύψουν σημαντικά συμπεράσματα.
Ο κερατόκωνος είναι μια αμφοτερόπλευρη εκφυλιστική κατάσταση του κερατοειδούς, που εμφανίζεται περίπου σε ένα ανά 2.000 άτομα, ίσως ακόμη πιο συχνά. Χαρακτηρίζεται από σταδιακή λέπτυνση του κερατοειδούς, με συνέπεια αυτός να παραμορφώνεται προς τα εμπρός και να παίρνει το σχήμα κώνου. Ως αποτέλεσμα αυτής της παραμόρφωσης, αναπτύσσονται κυρίως αστιγματισμός, μυωπία και η όραση ελαττώνεται κατά πολύ.
Η κατάσταση αυτή αρχίζει τυπικά κατά την εφηβεία ή λίγο αργότερα και έχει μια εξελικτική πορεία που διαφέρει ανάμεσα στους δύο οφθαλμούς, αλλά και από ασθενή σε ασθενή.
Η αρχική αντιμετώπιση, παλαιότερα περιοριζόταν μόνο στα γυαλιά που διορθώνουν τον αστιγματισμό και τη μυωπία και αργότερα, που η νόσος προχωρούσε, στους σκληρούς φακούς επαφής.
Η επιδείνωση και εξέλιξη της βλάβης γίνεται αντιληπτή από τον ασθενή, κυρίως από την ανάγκη συχνής αλλαγής των γυαλιών ή των φακών επαφής, λόγω αύξησης της προκαλούμενης από τον κερατόκωνο διαθλαστικής ανωμαλίας, αλλά κυρίως με ειδικές εξετάσεις, όπως η τοπογραφία και η παχυμετρία του κερατοειδούς.
Πηγη:https://www.onmed.gr