Ανάχωμα στην ρύθμιση της υπέρτασης αποτελεί σε ποσοστό 5% έως 14% ο πρωτοπαθής αλδοστερονισμός, που αφορά στο 5-14% . Μπορεί ο εντοπισμός του πρωτοπαθή αλδοστερονισμού, ή αλλιώς σύνδρομο Conn, να είναι δύσκολος αλλά ένας νέος τρόπος απεικονιστικής διάγνωσης δίνει ελπίδες.
«Ο πρωτοπαθής αλδοστερονισμός ανακαλύφθηκε πριν από 60 και πλέον χρόνια και ακόμα δεν διαγιγνώσκεται ούτε αντιμετωπίζεται στο 95% των περιπτώσεων, παρότι προκαλεί αρκετά συμπτώματα στους ασθενείς. Χαρακτηρίζεται από την υπερπαραγωγή αλδοστερόνης, από τα επινεφρίδια, η οποία προκαλεί, μεταξύ άλλων, κακή ρύθμιση του νατρίου και του καλίου στο αίμα, με συνέπεια την αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Η αυξημένη παραγωγή της ορμόνης σπανίως οφείλεται σε κληρονομικούς λόγους. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιστατικών προκαλείται από υπερδραστηριότητα των επινεφριδίων εξαιτίας είτε της υπερανάπτυξης του επινεφριδιακού ιστού (60% – 70%), είτε της ύπαρξης ενός καλοήθους όγκου στα επινεφρίδια (30%-40%)», μας εξηγεί ο καθηγητής Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Διευθυντής της Χειρουργικής Κλινικής στον Όμιλο ΥΓΕΙΑ, Δημήτρης Λινός.
Ανίχνευση προβλήματος
Συνήθως αρχικά ο ασθενής υποβάλλεται σε αιματολογικές εξετάσεις και έπονται πιο επεμβατικές εξετάσεις, όπως είναι ο καθετηριασμός επινεφριδικής φλέβας. Στόχος είναι ο εντοπισμός του επινεφριδίου που ενδεχομένως παράγει υπερβολική αλδοστερόνη (εξέταση επιβεβαίωσης της νόσου που απαιτεί έμπειρο επεμβατικό ακτινολόγο) και η δοκιμασία καπτοπρίλης, (εξέταση αποκλεισμού της). Όταν από τα αποτελέσματα δεν προκύπτει σαφής εικόνα, πραγματοποιούνται και απεικονιστικές εξετάσεις, όπως είναι η αξονική και μαγνητική τομογραφία ή/και σπινθηρογράφημα.
Νέα μέθοδος
Έρευνα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο Queen Mary του Λονδίνου και του Νοσοκομείου Barts, καθώς και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Κέιμπριτζ, εστίασε στον εντοπισμό μικροσκοπικών όζων στα επινεφρίδια και τη θεραπεία της υπέρτασης μετά από τη χειρουργική αφαίρεσή τους χρησιμοποίησαν έναν νέο τύπο αξονικής τομογραφίας. Εκτός του γεγονότος ότι δεν χρειάζεται καθετηριασμός, η απεικονιστική αυτή εξέταση διαπιστώθηκε ότι ήταν εξίσου ακριβής, αλλά και γρηγορότερη, ανώδυνη και χωρίς να απαιτεί εξειδικευμένο ακτινολόγο. Ο τρόπος αυτός υπερέχει για συνδυάζει μια εξέταση ούρων, η σάρωση μπορεί να ανιχνεύει τους ασθενείς εκείνους που δύνανται να διακόψουν όλα τα αντιυπερτασιακά φάρμακα που λαμβάνουν, μετά από τη χειρουργική θεραπεία τους.
«Μέχρι σήμερα, ο εκλεκτικός καθετηριασμός των επινεφριδιακών φλεβών γίνεται με δυσκολία από ελάχιστους εξειδικευμένους ακτινολόγους. Η νέα εξέταση ελπίζουμε να αλλάξει αυτά τα δεδομένα, αφού εντοπίζει ευκολότερα τους όγκους των επινεφριδίων που ευθύνονται για την αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Εάν εντοπιστεί η ύπαρξη αλδοστερινώματος σε ένα επινεφρίδιο πραγματοποιείται ενδοσκοπική αφαίρεσή του, η οποία δίνει την ευκαιρία στον ασθενή να συνεχίσει τη ζωή του χωρίς να είναι υποχρεωμένος να παίρνει πολλές φορές 3, 4 ή περισσότερα φάρμακα για να ελέγξει την υπέρτασή του. Αποκαθιστά, επίσης, τα επίπεδα του καλίου και επιτρέπει τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης απειλητικών για τη ζωή εξελίξεων. Αντιθέτως, οι ασθενείς που η υπερέκκριση αλδοστερόνης οφείλεται σε αμφοτερόπλευρη υπερπλασία, είναι υποχρεωμένοι σε μακροχρόνια θεραπεία με φάρμακα ανταγωνιστών της αλδοστερόνης.
Η οπίσθια ενδοσκοπική επινεφριδεκτομή προτιμάται από τη λαπαροσκοπική επινεφριδεκτομή, γιατί επισπεύδει την ανάρρωση του ασθενή, μειώνει τα ποσοστά επιπλοκών, τραυματίζει λιγότερο τους ιστούς και μειώνει σημαντικά τον μετεγχειρητικό πόνο. Αποτελεί την ενδεδειγμένη τεχνική, την οποία πλέον εφαρμόζουν οι ειδικοί χειρουργοί των επινεφριδίων στα μεγαλύτερα κέντρα του κόσμου. Στην Ελλάδα έχουμε μια από τις μεγαλύτερες εμπειρίες διεθνώς στην οπίσθια ενδοσκοπική αφαίρεση των όγκων των επινεφριδίων και μάλιστα αυτών που προκαλούν πρωτοπαθή υπεραλδοστερινισμό με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Μετά από την εγχείρηση δεν είναι απαραίτητη ούτε η υποκατάσταση των επινεφριδιακών ορμονών, διότι τα επίπεδα των ορμονών που παράγει το άλλο επινεφρίδιο καλύπτει τον οργανισμό», καταλήγει ο πρώην Πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Χειρουργών Ενδοκρινών Αδένων Καθηγητής Δημήτρης Λινός.
Πηγη: https://virus.com.gr/