Μόνο το 30,3% του γενικού πληθυσμού έχει κανονικό βάρος
Σύμφωνα με τα τελευταία επίσημα στοιχεία, η πορεία της παχυσαρκίας λαμβάνει ανησυχητική τροπή με την Ελλάδα να κατέχει μία από τις υψηλές θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη σε ποσοστά παχυσαρκίας των πολιτών της. Η θέση της ανεβαίνει ακόμα υψηλότερα όσον αφορά το ποσοστό παχυσαρκίας στα παιδιά. Το 2019, παχύσαρκος ήταν 1 στους 6 πολίτες (17%) και σχεδόν 1 στους 2 (50%) είχε βάρος πάνω από το φυσιολογικό. Αντίστοιχη υψηλή συχνότητα παχυσαρκίας διαπιστώνεται και στα παιδιά ηλικίας 7 έως 9 ετών. Μόνο το 30,3% του γενικού πληθυσμού έχει κανονικό βάρος. Τα παραπάνω τονίζει σε ανακοίνωσή της, με αφορμή την πρόσφατη Παγκόσμια Ημέρα Παχυσαρκίας, η «Συμμαχία για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας».Με βάση δεδομένα του ΟΟΣΑ, σήμερα το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού στον δυτικό και αναπτυσσόμενο κόσμο είναι υπέρβαροι και το 25% παχύσαρκοι. Οι εκτιμήσεις για το μέλλον είναι ότι το ποσοστό της παχυσαρκίας στην επόμενη δεκαετία θα φθάσει στο 50% με τους μισούς από τους παχύσαρκους να έχουν νοσογόνο παχυσαρκία.Η παχυσαρκία, ως νόσος αλλά και ως αιτιολογικός παράγοντας, επιβαρύνει σημαντικά το συνολικό φορτίο νοσηρότητας, καθώς συνδέεται με μια σειρά από νοσήματα όπως ο Σακχαρώδης Διαβήτης τύπου 2, η δυσλιπιδαιμία, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο καρκίνος, η κατάθλιψη, τα προβλήματα του μυοσκελετικού κ.ά. Με βάση εκτιμήσεις για την Ελλάδα, η συνολική οικονομική επιβάρυνση από την παχυσαρκία στη χώρα μας ανέρχεται σε ποσοστό περίπου 2,4% του ΑΕΠ ή, σε νομισματικά μεγέθη, σε 4,3 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Κάθε χρόνο, η νοσοκομειακή δαπάνη του δημόσιου συστήματος υγείας για την αντιμετώπιση της παχυσαρκίας (και των συνδεόμενων με αυτή νοσημάτων) υπερβαίνει τα 650 εκατομμύρια ευρώ, σε ένα σύστημα, το οποίο διαχρονικά αλλά και ιδιαιτέρως στις μέρες μας, λειτουργεί με μεγάλο φόρτο.Στη χώρα μας είναι υπό ανάπτυξη ένα σχέδιο δράσης για την αντιμετώπιση της παιδικής παχυσαρκίας και της παχυσαρκίας των ενηλίκων με παρεμβάσεις που στοχεύουν σε ευρύτερες αλλαγές σε θεσμικό επίπεδο, σε επίπεδο δημόσιας πολιτικής, οι οποίες θα δημιουργήσουν ένα ευνοϊκό περιβάλλον που θα διευκολύνει την αντιμετώπιση του προβλήματος. Όπως όλοι γνωρίζουν, οι πολιτικές δημόσιας υγείας αποτελούν μία επένδυση πολυετή, που ξεπερνά τους εκάστοτε κυβερνητικούς ορίζοντες, αλλά αποτελούν απόλυτη προτεραιότητα και απαιτούν σύμπνοια και προσήλωση όλων στην επίτευξη των στόχων τους.Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, η βελτίωση και αλλαγή του τρόπου ζωής και των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών συνθηκών που επηρεάζουν την υγεία οδηγεί σε βελτίωση της διατροφής, αύξηση της φυσικής δραστηριότητας και διατήρηση ενός υγιούς βάρους, με απώτερο στόχο τη συνεπακόλουθη βελτίωση των δεικτών νοσηρότητας και την πρόληψη χρονίων νοσημάτων που σχετίζονται με το σωματικό βάρος. Η παχυσαρκία συνιστά πρόβλημα κατά βάση κοινωνικοπολιτικό και δευτερευόντως ιατρικό. Για να προστατεύσουμε το μέλλον της υγείας της κοινωνίας μας, απαιτούνται η εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών από την πολιτεία, η ευαισθητοποίηση και εκπαίδευση των ιατρών και επαγγελματιών υγείας, η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των πολιτών και η ενθάρρυνση υιοθέτησης συμπεριφορών υγιούς διαβίωσης.
Πηγη:HealthDaily