Συμβιώνουμε με 100 τρισεκατομμύρια μικροοργανισμούς και νοσούμε όταν αυτή η συμβίωση διαταράσσεται. Οι δυνατότητες παρέμβασης με προβιοτικά και τα μελλοντικά φάρμακα.
“Δεν είναι καθόλου υπερβολή να πούμε ότι ο άνθρωπος είναι φιλοξενούμενος στο σύμπαν των μικροβίων”. Με αυτή τη φράση η καθηγήτρια Μικροβιολογίας στο ΑΠΘ, Γεωργία Γκιούλα, έδωσε το στίγμα του μεγέθους του ανθρώπινου μικροβιώματος, που αποτελείται από 100 τρισεκατομμύρια μικροοργανισμούς. Η συμβίωσή μας με αυτό περιγράφεται διεθνώς με την ελληνική λέξη ευβίωση (eubiosis). Όταν αυτή η σχέση διαταράσσεται, περνάμε στη δυσβίωση (dusbiosis), που πολλές φορές οδηγεί σε διάφορα νοσήματα, μεταξύ αυτών και ο καρκίνος.
Μιλώντας στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο Θεραπευτικής του Καρκίνου, που διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη, η κ. Γκιούλα περιέγραψε το “σύμπαν” του μικροβιώματος και την σχέση του με την ογκολογία. Αναφέρθηκε στις δυνατότητες παρέμβασης στο μικροβίωμα μέσω της χορήγησης προβιοτικών, ενώ διατύπωσε την εκτίμηση ότι σύντομα θα υπάρξουν και φαρμακευτικές παρεμβάσεις.
Ανθρώπινο μικροβίωμα
Το ανθρώπινο μικροβίωμα είναι το σύνολο των μικροοργανισμών – βακτήρια, ιοί, μύκητες, αρχαία – μαζί με τη γενετική πληροφορία που αυτά φέρουν, καθώς και το περιβάλλον με το οποίο αλληλεπιδρούν. Το 90% των κυττάρων στο σώμα μας είναι βακτηριακά και η συντριπτική πλειοψηφία τους ανευρίσκεται στο παχύ έντερο.
Στη διεθνή βιβλιογραφία το μικροβίωμα αναφέρεται ως ένα επιπλέον όργανο που φέρουμε, το οποίο ζυγίζει από 400 ως 1.200 γραμμάρια και το γενετικό του υλικό είναι εκατονταπλάσιο του συνόλου των ανθρώπινων γονιδίων. «Μιλάμε δηλαδή για μια πολυμικροβιακή κοινότητα με την οποία συμβιώνουμε καθημερινά, ελάχιστα κατανοημένη μέχρι σήμερα», σημείωσε η καθηγήτρια, προσθέτοντας πως ένα ποσοστό που μπορεί να φτάνει και το 60% αυτών των βακτηρίων δεν μπορεί να καλλιεργηθεί, άρα δεν είναι ορατό και μέχρι τώρα δεν γνωρίζαμε την παρουσία του. Η αναγνώριση έγινε δεκτή με την εξέλιξη των τεχνικών μοριακής βιολογίας και κυρίως τις τεχνικές αλληλούχισης νέας γενιάς, που το Εργαστήριο Μικροβιολογίας του ΑΠΘ διαθέτει εδώ και πάνω από 10 χρόνια.
“Mom matters”
Η μητέρα είναι ο κύριος παράγοντας που θα καθορίσει με ποια βακτήρια θα συμβιώσει το παιδί στη διάρκεια της ζωής του. Ο αποικισμός ξεκινάει από την ενδομήτρια ζωή – το λεγόμενο μητρικό αποτύπωμα – ενώ ένα περιβάλλον του ενδομητρίου που θεωρήσαμε μέχρι πολύ πρόσφατα στείρο μικροβίων, αποδείχτηκε ότι έχει χλωρίδα και βακτήρια, που ξεκινούν τον αποικισμό και τη διαμόρφωση του βασικού πυρήνα του μικροβιώματος.
“Μέχρι το τρίτο έτος της ζωής μας έχει διαμορφωθεί ο βασικός πυρήνας του μικροβιώματος”, επεσήμανε η κ. Γκιούλα, συμπληρώνοντας πως αυτός διαμορφώνεται μεταξύ άλλων από τον τρόπο τοκετού, τον θηλασμό, τη διατροφή, το περιβάλλον στο οποίο ζει το παιδί και κυρίως τις λοιμώξεις και τη λήψη αντιβιοτικών στα πρώτα τρία χρόνια της ζωής του. Όπως διευκρίνισε, πάντως, και τα μετέπειτα χρόνια μπορούν να υπάρξουν αλλαγές για διάφορους λόγους (αντιβιοτικά, λοιμώξεις, νοσήματα) που θα μπορούσαν μέχρι ένα ποσοστό να αλλάξουν τη σύνθεση του μικροβιώματος.
Μικροβίωμα και ογκολογία
Ο “διάλογος” ανάμεσα στα βακτήρια του μικροβιώματος και στο ανοσιακό μας σύστημα καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο το ανοσιακό σύστημα θα “εκπαιδευτεί” από τα βακτήρια για να μπορεί να αναγνωρίσει τα παθογόνα, προκειμένου να τα αντιμετωπίσει. Αυτό έχει μεγάλη σημασία και στην ογκολογία, όπως παρατήρησε η μικροβιολόγος.
Πρωταγωνιστής του μικροβιώματος είναι το παχύ έντερο. Η αναλογία συγκεκριμένων ειδών βακτηρίων παίζει καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση διάφορων νοσημάτων, σε λοιμώξεις, στον εμβολιασμό και στην παχυσαρκία. Ένας άλλος δείκτης καθοριστικός για την ευβίωση της περιοχής είναι η ποικιλομορφία του εντερικού μικροβιώματος.
Η σχέση του μικροβιώματος με την ογκολογία, όπως εξήγησε η κ.Γκιούλα, ξεκινάει κυρίως από τη σύνδεσή του με το ανοσοποιητικό σύστημα. Εργασία του 2022 ανέδειξε το πώς το μικροβίωμα μπορεί να συνεισφέρει στην καρκινογένεση, να επηρεάσει την ανοσοεπιτήρηση του όγκου και την ανοσοθεραπεία “Η κατανόηση των σχέσεων και των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στα βακτήρια του μικροβιώματος και τον ξενιστή επηρεάζει την υγεία και τη νόσο και φαίνεται ότι τα επόμενα χρόνια θα επιφέρει ίσως και την ανάπτυξη νέων θεραπευτικών στρατηγικών που θα έχουν στόχο όπως λέει το paper το μικροβίωμα”, ανέφερε.
Άλλη μελέτη, πολύ πρόσφατη, συνδέει την ανάπτυξη και εξέλιξη του καρκίνου του παχέος εντέρου με ένα συγκεκριμένο βακτήριο, το fusobacterium nucleatum. Αυτό κανονικά δεν θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί (είναι gramm- αναερόβιο βακτήριο της στοματικής κοιλότητας), και η παρουσία του είναι δυστυχώς πολύ σημαντική στην καρκινογένεση μέσω συγκεκριμένου μηχανισμού. Πολλές ακόμη μελέτες στη βιβλιογραφία αναφέρουν πληθώρα βακτηρίων που φαίνεται ότι συμμετέχουν στην εξέλιξη διάφορων τύπων καρκίνου, ενώ άλλες αναδεικνύουν τη σχέση του μικροβιώματος με αιματολογικές κακοήθειες.
Έχει ήδη ολοκληρωθεί η μελέτη του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας του ΑΠΘ, σε συνεργασία με τη Μονάδα Μεταμόσχευσης Μυελού των Οστών στο νοσοκομείο “Γ. Παπανικολάου”, η οποία ανέδειξε ότι η μεγάλη ποικιλλομορφία βακτηρίων στην περίοδο πριν τη μεταμόσχευση αλλογενών αιμοποιητικών κυττάρων συσχετίζεται με χαμηλότερα ποσοστά θανάτων στους ασθενείς αυτούς.
Τρόποι παρέμβασης
Το ερώτημα είναι αν και σε ποιο βαθμό μπορούμε να παρέμβουμε, τροποποιώντας το μικροβίωμα, που όπως ειπώθηκε έχει διαμορφωθεί ως προς το βασικό του πυρήνα μέχρι το τρίτο έτος της ηλικίας μας.
Διευκρινίζοντας πως πρέπει να σταθούμε πολύ κριτικά στο θέμα, η κ. Γκούλα σημείωσε πως θεωρητικά μπορεί να γίνει τροποποίηση δίαιτας και επηρεασμός του μικροβιώματος με την χορήγηση προβιοτικών σε συνδυασμό με πρεβιοτικά.
“Για κάποια είδη όπως ο καρκίνος του παχέος εντέρου και το μελάνωμα υπάρχουν συστάσεις για χορήγηση συγκεκριμένων προβιοτικών. Το ερώτημα όμως είναι ποια συγκεκριμένα βακτήρια θα πρέπει να χορηγήσουμε, σε ποιον ασθενή, για πόσο και σε τι ποσό. Γιατί μιλάμε για ζωντανούς μικροοργανισμούς και υπάρχει περίπτωση να έχουμε αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό το οποίο επιθυμούμε”, τόνισε για να προσθέσει: “Τελικά, ο στόχος είναι να βρούμε βακτήρια – βιοδείκτες που θα μας πουν ότι ο ασθενής μάλλον θα εξελιχθεί δυσμενώς ή όχι και από την άλλη να πούμε ακριβώς τι πρέπει να κάνουμε, γιατί πλέον μιλάμε για την υψηλότατη βαθμίδα της εξατομικευμένης ιατρικής και της ιατρικής ακριβείας”.
Καταλήγοντας, η καθηγήτρια εκτίμησε πως η εξελίξεις στον συγκεκριμένο τομέα τρέχουν τόσο γρήγορα που σύντομα θα υπάρχουν εξελίξεις που δεν θα αφορούν τα προβιοτικά, αλλά φάρμακα που θα περάσουν από κλινικές μελέτες και έγκριση.
Πηγη: https://www.iatronet.gr/