O μύκητας Candida auris μπορεί να δημιουργήσει καντιντίαση, μια δυνητικά θανατηφόρα ασθένεια. Πώς μπορούμε να προστατευτούμε αποτελεσματικά και ποιες στρατηγικές πρέπει να ακολουθούνται στα νοσοκομεία σύμφωνα με τις οδηγίες του CDC.
O μύκητας Candida auris πιο συχνά «χτυπά» άτομα με αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα. Αυτός ο μύκητας μπορεί να εισβάλλει στην κυκλοφορία του αίματος και να αναπτυχθεί σε όλο το σώμα. Το πρόβλημα είναι ότι είναι πολύ δύσκολο να ανιχνευθεί και επίσης οδηγεί σε λοιμώξεις καθώς εξαπλώνεται στο σώμα. Αυτό ωστόσο που είναι ακόμα πιο ανησυχητικό είναι ότι οι λοιμώξεις αυτές συχνά ανιχνεύονται μέσα στα νοσοκομεία.
Τι μπορούμε να κάνουμε όλοι όσον αφορά το κομμάτι της πρόληψης
Πλένουμε (σωστά) τα χέρια μας
Ακούγεται κοινότυπο ότι πλένουμε τα χέρια μας με σαπούνι και νερό. Καλό είναι να γνωρίζουμε ωστόσο το αντιβακτηριδιακό σαπούνι δεν είναι πάντα καλή ιδέα για τη μάχη κατά των μικροβίων σε σχέση με το απλό σαπούνι.
Για αυτό ακολουθούμε αυτά τα απλά βήματα:
- Καλό είναι να βρέχουμε πρώτα τα χέρια μας με νερό (είτε ζεστό, είτε κρύο)
- Μετά να βάζουμε σαπούνι και να τρίβουμε καλά τα χέρια μας
- Τρίβουμε τα χέρια σας τουλάχιστον για 20 δευτερόλεπτα και θυμηθείτε να τρίψετε καλά τις επιφάνειες όπως το εσωτερικό των χεριών σας, τους καρπούς, τα δάκτυλα και κάτω από τα νύχια.
- Ρίχνουμε άφθονο νερό
- Στεγνώνουμε τα χέρια μας σε μια καθαρή πετσέτα ή στον αέρα.
Βάζουμε (σωστά) αντισηπτικό
Τα αντισηπτικά που έχουν αλκοόλη είναι μια καλή εναλλακτική κίνηση όταν δεν είναι διαθέσιμο το νερό και το σαπούνι. Πρέπει να έχει το λιγότερο 60% αλκοόλη ωστόσο για να είναι αποτελεσματικό.
Ακολουθούμε τα εξής βήματα:
- Βάζουμε τζελ στην παλάμη του ενός χεριού και διαβάζουμε στις οδηγίες αν υπάρχει συγκεκριμένο tip για την ποσότητα.
- Τρίβουμε καλά
- Τρίψτε όλες τις επιφάνειες των χεριών και των δακτύλων σας μέχρι τα χέρια σας στεγνώσουν
Τι πρέπει να κάνουν οι επαγγελματίες υγείας
Το υγειονομικό προσωπικό που ασχολείται με την περίθαλψη των ατόμων που έχουν κολλήσει Candida Auris πρέπει τα τηρεί τα βασικά βήματα υγιεινής των χεριών. Τα απολυμαντικά με βάση την αλκοόλη είναι αποτελεσματικά απέναντι στον μύκητα αυτόν και είναι ο καλύτερος τρόπος καθαρισμού όταν τα χέρια δεν είναι εμφανώς λερωμένα. Αν είναι εμφανώς λερωμένα πρέπει να καθαρίζονται με νερό και σαπούνι. Η χρήση γαντιών δεν είναι υποκατάστατο της υγιεινής των χεριών.
Τα βήματα που πρέπει να ακολουθούν είναι τα εξής:
- Διατήρηση της υγιεινής των χεριών
- Κατάλληλη χρήση προφυλάξεων για τον περιορισμό της διασποράς της λοίμωξης
- Καθαρισμός και απολύμανση του χώρου όπου βρίσκεται ο ασθενής (καθημερινός και γενικός καθαρισμός). Ο εξοπλισμός που επαναχρησιμοποιείται πρέπει να καθαρίζεται με τα συνιστώμενα προϊόντα.
- Ορθή επικοινωνία σχετικά με την κατάσταση του ασθενή όταν αυτός μεταφέρεται σε άλλη υγειονομική μονάδα
- Διερεύνηση των επαφών του ασθενούς για την ταυτοποίηση του Candida Auris
- Εργαστηριακή παρακολούθηση των κλινικών δειγμάτων
Σε τέτοιες περιπτώσεις όπως είναι ο Candida Auris δεν είναι κακή ιδέα η επανεκπαίδευση του προσωπικού του νοσοκομείου ιδιαίτερα όσον αφορά τον τρόπο καθαρισμού των χεριών ειδικά αν κατά την διαδικασία ελέγχου αυτό φαίνεται ότι δεν τηρείται.
Τα ίδια πρέπει να ισχύουν και για τους υπαλλήλους που εργάζονται σε οίκους ευγηρίας και κέντρα υγείας. Σε κάθε περίπτωση οι περισσότερες εγκαταστάσεις χρησιμοποιούν τις ίδιες οδηγίες για όλα τα πολυανθεκτικά μικρόβια. Η κλινική εικόνα του ασθενούς δεν είναι αυτόματα εκείνη που θα κρίνει αν μπορεί να μεταφερθεί ή όχι σε άλλη υγειονομική μονάδα. Πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψιν και άλλα κλινικά κριτήρια όπως επίσης και η δυνατότητα παροχής υπηρεσιών των υγειονομικών μονάδων και όχι μόνο η παρουσία ή η απουσία συρροής του μύκητα.
Οι ασθενείς ή όσοι διαμένουν στην ίδια υγειονομική μονάδα που έχουν έρθει σε επαφή με τον ασθενή πρέπει να τοποθετούνται σε ένα δωμάτιο μόνοι τους αν αυτό είναι δυνατό. Εάν διατίθεται περιορισμένος αριθμός μονόκλινων δωματίων, θα πρέπει να δοθεί προτεραιότητα σε άτομα με υψηλότερο κίνδυνο μετάδοσης παθογόνων μικροοργανισμών ( π.χ εκείνα που έχουν πολλές εκκρίσεις ή οξεία διάρροια). Όταν δεν είναι διαθέσιμα τα μονά δωμάτια, άτομα με τα ίδια πολυανθεκτικά βακτήρια πρέπει να μπαίνουν στο ίδιο δωμάτιο.
Παρόλα αυτά όταν άτομα που νοσούν από διαφορετικά πολυανθεκτικά βακτήρια αυτή η στρατηγική μπορεί να μην είναι εφικτή σε όλες τις περιπτώσεις.
Σε γενικές γραμμές αυτά που φαίνεται ότι μπορούν να πραγματοποιηθούν στην πράξη ως στατηγικές αντιμετώπισης εντός νοσοκομείου είναι:
- Διατήρηση των αποστάσεων τουλάχιστον 2 μέτρων ανάμεσα στα άτομα που μένουν στο ίδιο δωμάτιο.
- Χρήση κουρτινών για να τον περιορισμών επαφής μεταξύ των ατόμων
- Καθαρισμός και απολύμανση του εξοπλισμού που επαναχρησιμοποιείται
- Καθαρισμός και απολύμανση των επιφανειών που χρησιμοποιούνται συχνά
- Χρήση προστατευτικού εξοπλισμού από το υγειονομικό προσωπικό η οποία αλλάζει συχνά και τήρηση της υγιεινής των χεριών όταν μετακινούνται μεταξύ των δωματίων.
Εάν υπάρχουν πολλοί ασθενείς με C. auris στην ίδια εγκατάσταση, πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο να μπαίνουν μαζί σε μία πτέρυγα ή μονάδα (ακόμη και σε μονόκλινα δωμάτια) για να μειώνεται η άμεση κίνηση του προσωπικού υγειονομικής περίθαλψης και του εξοπλισμού από εκείνους που έχουν έρθει σε επαφή ή που έχουν μολυνθεί με C. auris σε όσους δεν έχουν. Καλό θα ήταν να εξεταστεί το ενδεχόμενο ομαδοποίησης προσωπικού υγειονομικής περίθαλψης που παρέχει την πιο τακτική φροντίδα σε αυτούς τους ασθενείς (π.χ. νοσοκόμες, βοηθούς νοσηλευτών) κατά τη διάρκεια μιας βάρδιας.
Οι ασθενείς και γενικά όσοι παραμένουν μόνιμα σε υγειονομικές μονάδες (π.χ οίκοι ευγηρίας) πολλές φορές νοσούν για μήνες και όταν η λοίμωξη είναι οξεία χρειάζεται προσοχή. Το CDC δεν συνιστά επαναξιολογήσεις για τον έλεγχο του αποικισμό του Candida auris παρόλα αυτά επισημαίνει ότι είναι σημαντικό να γίνονται έλεγχοι μέσω ειδικών εξετάσεων και όταν αυτά τα τεστ γίνονται πρέπει οι ασθενείς να μην παίρνουν αγωγή και να έχει περάσει κατά προτίμηση μια εβδομάδα αν και δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για το χρονικό περιθώριο που πρέπει να περάσει.
Επίσης, όπως επισημαίνει είναι πιθανό η μετάδοση να εξακολουθεί ακόμα και όταν οι εξετάσεις είναι αρνητικές. Για να γίνει σωστή διάγνωση πάντως πρέπει να γίνει εξέταση αίματος όπως και να ληφθούν δείγματα και από άλλα σωματικά υγρά. Το θέμα είναι ότι «μοιράζεται» κοινά στοιχεία με πολλά παθογόνα και για αυτό η διάγνωση δεν μπορεί να είναι γρήγορη και συνήθως χρειάζεται χρόνος. Σύμφωνα με το CDC (Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών) μια κατηγορία εξετάσεων είναι πιο αποτελεσματική και πρόκειται για την Φασματομετρία μάζας MALDI-TOF. Παρόλα αυτά ερευνητές και υγειονομικοί θεωρούν ότι ακόμα πιο ακριβή τεστ είναι αναγκαία.
Αυτός ο μύκητας έχει παρατηρηθεί ότι επιβιώνει ακόμα και σε επιφάνειες που ο ασθενής δεν έχει άμεση επαφή με το σώμα του όπως είναι τα περβάζια των παραθύρων, τα κρεβάτια και οι γυψοσανίδες για αυτό είναι πολύ σημαντικό να πραγματοποιείται γενικός καθαρισμός σε όλα τα αντικείμενα.
Με πληροφορίες από το CDC, https://www.verywellhealth.com, NHS
Πηγη: https://www.news4health.gr/